Αν η εξαφάνιση της αστικής
τάξης δεν πραγματοποιηθεί πριν από μια σχεδόν υπολογισμένη στιγμή της τεχνικής
και επαναστατικής εξέλιξης (καθορισμένη από τον πληθωρισμό και τον χημικό
πόλεμο) όλα είναι χαμένα. Το φυτίλι που καίγεται πρέπει να κοπεί προτού η σπίθα
αγγίξει τον δυναμίτη.
Β. Μπένγιαμιν, «Αγγελιοφόρος πυρκαγιάς»
Η κρίση του εγελιανού και μαρξιστικού μεσσιανισμού
προήλθε από την εξάντληση των προτάσεών τους, στην αντιπαράθεση με την ίδια την
ηγερία τους, την Ιστορία, και από την εκκένωση του «μύθου του 20ού
αιώνα» –για να δανειστούμε τον τίτλο του Ρόζενμπεργκ – του ημιθέου της
ιστορίας. Ο ημίθεος κομμουνιστής/προλετάριος και ο αντίπαλός του, ο Γερμανός
υπεράνθρωπος/δολοφόνος, θα βυθιστούν στο λυκόφως, όσο και εάν ο πρώτος συνιστά
μια πλέον ελκυστική ανθρώπινη φιγούρα από την αποτρόπαιη καρικατούρα του
δεύτερου.
Περάσαμε από
τον Θεό και Μεσσία του εβραϊσμού στον Θεό/Ημίθεο της ιστορίας, για να
επανέλθουμε ίσως σε ένα νέο θεό, τον Θεό της τεχνολογίας. Δεν προλάβαμε να
εξέλθουμε από την εποχή του κοινωνιοκεντρικού και ιστορικού μεσσιανισμού και
βρισκόμαστε αντιμέτωποι, σε αυτή τη νέα χιλιετία, με τη φοβερότερη πρόκληση
στην ιστορία του ανθρώπου, τη μετάβαση προς τον «μετάνθρωπο».
Πράγματι, για
πρώτη φορά στην ανθρώπινη ιστορία, γίνεται επιστημονικά και τεχνολογικά
εφικτή η δυνατότητα παρέμβασης στο γενετικό υλικό του ανθρώπου και κατά
συνέπεια η δυνατότητα μιας τεχνητής αλλοίωσης του ανθρωπίνου είδους, ή
μιας μετεξέλιξης των μηχανικών συστημάτων προς την κατεύθυνση οιονεί ανθρωπίνων
λειτουργιών, ή και τα δύο ταυτοχρόνως, σε μια συνάρθρωση («συνεπαφή») ανθρώπου
και μηχανής. Και επιμένουμε στο επιστημονικά και τεχνολογικά επιτεύξιμο,
διότι μυθολογικά και μυθιστορηματικά είχαν ήδη κατασκευαστεί τεχνουργήματα
αντίστοιχα με τις σημερινές ευφυείς μηχανές και τα αυτόματα, από τον χάλκινο
γίγαντα Τάλω[1],
στην αρχαία Ελλάδα, έως τον… Πινόκιο και το τέρας του Φρανκενστάιν.
Αν στο
παρελθόν, και σε δύο μεγάλες «στιγμές», ο άνθρωπος έθεσε ως στόχο την
«υπέρβαση» της ανθρώπινης φύσης, σήμερα ετοιμάζεται για το «αποφασιστικό άλμα».
Η ιδέα δεν είναι
καινοφανής και μας καταδιώκει από πολύ παλιά, πότε ως όνειρο και πότε ως
εφιάλτης. Η πρώτη «στιγμή» υπήρξε εκείνη του μύθου και της θρησκείας… Ο ημίθεος,
ο ήρωας, αποτελούν ήδη μια εκδοχή ενός μυθολογικού μετανθρώπου. Εμφανίζεται
στους μύθους όλων των λαών, από τους Ινδιάνους της Αμερικής μέχρι τους
ομηρικούς ήρωες και τον Ηρακλή – σε όλους σχεδόν τους σχετικούς μύθους, ο ήρωας
εμφανίζεται ως η σύμμειξη θεού και ανθρώπου, ένα προείκασμα της μετάβασης στη
μετανθρώπινη κατάσταση. Στις δε θρησκευτικές πεποιθήσεις του, ο άνθρωπος
υπερβαίνει τη θνητή, ζωώδη και πεπερασμένη φύση του μέσω της ένωσής του με τον
θείο «πατέρα» του («πατέρας θεών και ανθρώπων»), της αναφοράς σε υπερβατικά
ηθικοθρησκευτικά πρότυπα και της πίστης σε μια «άλλη ζωή» που θα του
εξασφαλίσει την αθανασία.
Η δεύτερη «στιγμή» θα είναι η «παιδευτική»-πολιτισμική. Μέσω της «παιδείας», ο άνθρωπος θα «υπερβεί» τη φύση του και θα κατασκευάσει μια νέα ταυτότητα, εξ ολοκλήρου πολιτισμική. Ο διαφωτισμός και η ακρότατη συνέπειά του, ο κρατικός μαρξισμός, θα θέσει ως προμετωπίδα του το αίτημα της δημιουργίας του «νέου ανθρώπου», που πλέον θα έχει υπερκεράσει κάθε φυσικό ή ενστικτικό «προκαθορισμό». Φύση και ιστορία διαχωρίζονται ριζικά και απόλυτα, ο «άνθρωπος», μέσω του πολιτισμού, υπερβαίνει αμετάκλητα τη φύση. Ή, στην περίπτωση του ναζιστικού «αντιδραστικού μοντερνισμού», θα ενσωματώσει το ένστικτο στην μηχανή[2]!
Σύμφωνα με τον Σπύρο Μάνδρο, «στον μετανθρώπινο μύθο άλλωστε βάσισε και ο αιώνας μας τις κυρίαρχες πολιτικές του συγκρούσεις, που κορυφώθηκαν με δύο ιερούς πολέμους, τον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο και τον Ψυχρό Πόλεμο. Τα δύο πολιτικά κινήματα που πρωταγωνίστησαν είναι βεβαίως ο κομμουνισμός και ο ναζισμός. Και τα δύο μετέβαλαν σε επείγον πολιτικό αίτημα δύο διαμετρικά αντίθετες εκδοχές της μεταφυσικής του μετανθρώπου»[3]. Ο «κομμουνιστικός άνθρωπος», ιδιαίτερα στη σταλινική ηρωική εκδοχή του, αποτελεί μια εκκοσμικευμένη ενσάρκωση του χριστιανικού ιδεώδους η δε κομμουνιστική κοινωνία, ως εγκόσμιος Παράδεισος, μια παραλλαγή του επουράνιου. «Αντίθετα, ο Άριος (ο μετάνθρωπος των ναζιστών) υπάρχει ήδη λόγω της φυλετικής του καταγωγής και η επιδιωκόμενη μετανθρώπινη κατάσταση είναι η βίαιη και ανελέητη αποκατάστασή του στα βιολογικά του δικαιώματα σε βάρος όλων των άλλων φυλετικών ομάδων (κατώτερες φυλές υπανθρώπων). Για τον ναζιστικό μύθο, ο μετάνθρωπος έχει ήδη επέλθει και απομένει μόνο η πολιτικοπολεμική επιβολή της μετανθρώπινης κατάστασης»[4].
Όμως η αποτυχία των «παιδευτικών» ιδεολογιών, η διόγκωση των οικολογικών προβλημάτων, η κατάρρευση των κοινωνικών πειραματισμών του 20ού αιώνα, υπονόμευσαν την πίστη στις πολιτισμικές και παιδευτικές διαδικασίες. Μπροστά στα αδιέξοδα που πολλαπλασιάζονται –παράλληλα με μια, περιορισμένη, «επιστροφή» στη «φύση του ανθρώπου» και στη θρησκεία–, στις πιο αναπτυγμένες τεχνολογικά κοινωνίες, προετοιμάζεται μια νέα «στιγμή», τεχνολογική, που θα υπερβεί «οριστικά» την αντίφαση Φύση-Ιστορία και θα οδηγήσει, κυριολεκτικά, σε ένα «νέο είδος ανθρώπου».
Η
τεχνολογική μηχανική του ανθρώπου διήνυσε, μέσα σε μερικά εκατομμύρια χρόνια,
την απόσταση που τον χωρίζει από τη λάξευση του πυριτόλιθου έως τη σύντηξη του
πυρήνα του υδρογόνου και τη μικροηλεκτρονική και βρίσκεται πλέον στο κατώφλι
ενός ποιοτικού άλματος χωρίς προηγούμενο, το οποίο υποστασιοποιείται σε
περισσότερες από μία κατευθύνσεις:
Πρώτον, στην κατασκευή του «μετανθρώπου»,
την παρέμβαση στην ίδια την ανθρώπινη φύση, όχι πλέον μέσω του πολιτισμού, της
θρησκείας, της ιδεολογίας, αλλά πάνω στο ίδιο το βιολογικό «υλικό». Σημειώνει ο
Μάνδρος:
Το βασικό νήμα του μετανθρώπινου μύθου είναι η εντολή για συνειδητή και σκόπιμη υπέρβαση του ανθρώπινου είδους από τον ίδιο τον άνθρωπο. [ ] Στον καιρό μας όμως το ενδεχόμενο του μετανθρώπου επανέρχεται από άλλους δρόμους, αθέσμιστους και απεριόριστους, που από τη φύση τους δίνουν νέα μορφή και νέο περιεχόμενο στον περιπόθητο μετάνθρωπο. Η επιστήμη και οι νέες επιστημονικές ιδεολογίες (τρανσουμανισμός, εξτροπιανισμός) αρπάζουν τη σκυτάλη που εγκατέλειψαν ξέπνοοι οι παραδοσιακοί ανθρώπινοι θεσμοί. Και ο μύθος του μετανθρώπου επανεμφανίζεται με ένα καινούργιο ρούχο[5].
Και εάν η εμφύσηση ζωής στα
τεχνουργήματα της πληροφορικής προσκρούει ακόμα(;) στην αδυναμία κατανοήσεως
και προπαντός αναπαραγωγής του μηχανισμού της ανθρώπινης σκέψης, της επίγνωσης
και της αυτοσυνείδησης, όπως θα δούμε και στη συνέχεια, η μετεξέλιξη και η μετάλλαξη
των ζώντων οργανισμών είναι εφικτή και πραγματοποιήσιμη. Ήδη από τους
προϊστορικούς χρόνους, ο άνθρωπος θα επιτύχει, μέσα από αλλεπάλληλες
διασταυρώσεις, τη δημιουργία νέων ποικιλιών φυτών και ρατσών ζώων, από τον 19ο
αιώνα θα δημιουργήσει νέα υβρίδια και θα κατανοήσει-ελέγξει τους μηχανισμούς
της αναπαραγωγής των ειδών, ενώ με τη βιογενετική θα επέμβει και γονιδιακά στη
δημιουργία νέων ποικιλιών και γιατί όχι –σύντομα– και στην κατασκευή
νέων ειδών.
Η χαρτογράφηση του ανθρώπινου γονιδιώματος, που ολοκληρώθηκε το 2003, και οι απαρχές της γονιδιακής παρέμβασης και της κλωνοποίησης ζώντων οργανισμών, η δημιουργία βλαστοκυττάρων, έρχονται να προστεθούν στη φαρέτρα της ευγονικής (παρόλο που κινδυνεύει να έχει εξαιρετικά «δυσγονικές» και καθόλου ευγονικές συνέπειες). Η αποκωδικοποίηση του γονιδιώματος σηματοδοτεί την ολοκλήρωση μιας περιόδου, που ξεκίνησε μετά τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο, όταν το 1953 οι Γουώτσον και Κρικπεριέγραψαν τη δομή του DNA. Στη διάρκεια των 60 χρόνων που διανύθηκαν, έγιναν αντιληπτοί οι μηχανισμοί αποκωδικοποίησης της γενετικής πληροφορίας, ενώ καταγράφηκαν πάνω από 4.000 παθολογικές καταστάσεις, που οφείλονται σε ελαττώματα της δομής των χρωμοσωμάτων ή των γονιδίων, συμβάλλοντας στην αποτελεσματικότερη διάγνωση και αντιμετώπιση των κληρονομικών και επίκτητων παθήσεων.
Η αποκωδικοποίηση
του Ανθρώπινου Γονιδιώματος σηματοδοτεί το τέλος μιας αρχικής μόνο περιόδου
ερευνών. Αναγνωρίσαμε πάνω από 30.000 γονίδια, ολοκληρωμένες προτάσεις
πληροφοριών, δεν γνωρίζουμε όμως ακόμη τη λειτουργική εμπλοκή των γονιδίων
αυτών στη σύνθεση πολύ περισσοτέρων πρωτεϊνών που συγκροτούν τον φαινότυπο[6].
Η δεύτερη κατεύθυνση αφορά στην επέκταση της τεχνητής νοημοσύνης και της δημιουργίας νέων τεχνολογικών πλασμάτων που σε λίγες δεκαετίες θα «ανταγωνίζονται» τον ίδιο τον ανθρώπινο εγκέφαλο σε όλα τα επίπεδα, όπως το κάνουν ήδη π.χ. στο σκάκι.
Αυτή η εξέλιξη έχει αρχίσει να διαγράφεται τις τελευταίες δεκαετίες με
την προσθετική ιατρική, τις μεταμοσχεύσεις, τη θυελλώδη εξέλιξη της τεχνητής
νοημοσύνης, της ρομποτικής και της πληροφορικής ή τη «νανοτεχνολογία» που
ανατέλλει. Με την προσθετική και αισθητική ιατρική καθώς και με την αυξανόμενη
χρήση φαρμάκων και σκευασμάτων, όλο και περισσότεροι άνθρωποι στη Δύση
παριστούν μια αρχική… εισαγωγή στο μοτίβο του μετανθρώπου. Τεχνητά μέλη και
μαλλιά, τεχνητοί νεφροί και καρδιές, οδοντοστοιχίες, ενέσεις σιλικόνης και
μετατροπή φύλου, λίφτιν και φαρμακευτική «υποστήριξη» της καθημερινότητας,
ντόπινγκ και σκευάσματα στον αθλητισμό – και όχι μόνο στον πρωταθλητισμό αλλά
στο καθημερινό γυμναστήριο. Ο κόσμος μας αποτελείται ήδη από τους «τελευταίους
ανθρώπους» και ίσως τους πρώτους μετανθρώπους. Ο Vernon Vinge, μαθηματικός και
συγγραφέας έργων επιστημονικής φαντασίας, ο οποίος θεωρεί δυνατή και ευκταία
την έλευση του μετανθρώπου, διαγράφει ως εξής το πρόγραμμα του τεχνολογικού
μετασχηματισμού που οραματίζεται:
…βρισκόμαστε μπροστά σε μια αλλαγή που συγκρίνεται μόνο με την εμφάνιση της ανθρώπινης ζωής στη Γη. Τα επακριβή αίτια αυτής της αλλαγής είναι η επικείμενη δημιουργία, μέσω τεχνολογίας, οντοτήτων με μεγαλύτερη νοημοσύνη από τον άνθρωπο. Υπάρχουν αρκετά μέσα με τα οποία η επιστήμη μπορεί να εξασφαλίσει αυτό το επίτευγμα (και τούτο είναι ένας ακόμα λόγος σιγουριάς ότι το γεγονός αυτό θα συμβεί):Μπορεί να υπάρξουν «ξύπνιοι» και υπεράνθρωπα ευφυείς κομπιούτερ. (Σήμερα, υπάρχει μεγάλη διχογνωμία ως προς το εάν μπορούμε να δημιουργήσουμε το αντίστοιχο του ανθρώπου σε μια μηχανή. Αλλά εάν η απάντηση είναι «ναι, μπορούμε», τότε ελάχιστη αμφιβολία υπάρχει ότι πολύ σύντομα μετά απ’ αυτό θα μπορούμε να κατασκευάσουμε όντα πιο ευφυή). Μεγάλα δίκτυα κομπιούτερ (και οι συνδεδεμένοι χρήστες τους) μπορεί να «ξυπνήσουν» σαν υπεράνθρωπα ευφυείς οντότητες.Η συνεπαφή (interface) κομπιούτερ και ανθρώπου μπορεί να γίνει τόσο στενή που οι χρήστες τους να θεωρούνται δικαιολογημένα πως έχουν υπερανθρώπινη ευφυΐα. Οι βιολογικές επιστήμες μπορεί να προσφέρουν τα μέσα για τη βελτίωση της ανθρώπινης ευφυΐας[7].
Και είναι
προφανές ότι βρισκόμαστε μόλις στο πρελούδιο[8],
διότι σε είκοσι χρόνια θα έχουν δημιουργηθεί μοριακοί «νανοσυναρμολογητές[9]»
οι οποίοι θα παρεμβαίνουν στο μοριακό επίπεδο και θα μπορούν να συνθέτουν από
οποιοδήποτε υλικό πρώτες ύλες, τρόφιμα, κλπ. με την «απλή» αναδόμηση των
μορίων. Τεράστιες επενδύσεις κατευθύνονται ήδη στη μοριακή ηλεκτρονική – τον
νέο υποτομέα της νανοτεχνολογίας, όπου τη θέση των στοιχείων του ηλεκτρονικού
κυκλώματος καταλαμβάνουν μεμονωμένα μόρια[10]. Οι
νανοσυναρμολογητές, σύμφωνα με τον άνθρωπο που τους επινόησε, τον Έρικ
Ντρέξλερ, θα μπορούσαν να θεραπεύσουν ασθένειες –από τη γρίπη έως τον
καρκίνο– επεκτείνοντας το ανθρώπινο ανοσοποιητικό σύστημα, θα παρήγαγαν
εξαιρετικά φθηνή ηλιακή ενέργεια, θα αποκαθιστούσαν ολοκληρωτικά τις ζημιές που
έχουμε προκαλέσει στο περιβάλλον, θα επέτρεπαν την παραγωγή υπερ-υπολογιστών
τσέπης, θα μετέβαλλαν σε ταξίδι ρουτίνας τις διαστημικές πτήσεις και θα μας
επέτρεπαν να αποκαταστήσουμε τα εξαφανισμένα ζωικά και φυτικά είδη.
Το διακύβευμα
Πρόκειται ίσως για τη
δραματικότερη «στιγμή» στην ανθρώπινη ιστορία. Ο άνθρωπος αναλαμβάνει το ρίσκο
της αυτομετατροπής του σε «μετάνθρωπο», δια της ηλεκτρονικής, της
βιογενετικής και της νανοηλεκτρονικής οδού. Θα μπορέσει όμως να ελέγξει
παρεμβάσεις στο γονιδιακό υλικό που μπορούν να αποβούν καταστροφικές και να
οδηγήσουν ακόμα και σε τερατογενέσεις; Ή μήπως τα «βιολογικά ρομπότ» και οι
μηχανές της τεχνητής νοημοσύνης, της συνεπαφής (interface) ζωικών ιστών
και μηχανών, που ευαγγελίζονται ορισμένοι ρομποτικο-γενετιστές, μπορούν να
οδηγήσουν ακόμα και σε μια «ανεξέλεγκτη εξέγερση των ρομπότ», τέτοια που έχει
ήδη περιγράψει ο Ασίμωφ και οι άλλοι πατέρες της επιστημονικής
φαντασίας; Και όχι υποχρεωτικά με τη μορφή της εξέγερσης των μηχανών, που
προαναγγέλλει η επιστημονική φαντασία, αλλά, τουλάχιστον, αρχικώς με τη μορφή
ενός ανεξέλεγκτου και εκθετικού πολλαπλασιασμού των μηχανών και των υπολογιστών;
Α. Η τεχνητή νοημοσύνη
Όσο περισσότερο εδραιώνονται
και επεκτείνονται αυτές οι νέες κατευθύνσεις, τόσο πολλαπλασιάζονται οι
αμφισβητήσεις των επιστημόνων και των στοχαστών –μαθηματικών, νευροψυχιάτρων,
βιολόγων, φιλοσόφων– που αντιστρατεύονται ή απλώς αμφισβητούν αυτή τη νέα
ανθρώπινη και μετανθρώπινη μηχανική.
Για να
κατανοήσουμε τα επιχειρήματα των μεν και των δε, θα επιχειρήσουμε, σε μια
σύντομη ανασκόπηση, να παρουσιάσουμε τα δεδομένα του προβλήματος:
Κατ’ αρχάς, είναι πλέον εφικτή μία κατά προσέγγιση εκτίμηση της
«υπολογιστικής ισχύος» του εγκεφάλου. Ο εγκέφαλος αποτελείται από 100
δισεκατομμύρια νευρώνες περίπου, έκαστος εκ των οποίων συνδέεται μέσω συνάψεων
με 1000 γειτονικούς νευρώνες. Συνολικά πρόκειται για 100 τρισεκατομμύρια
συνάψεις, που λειτουργούν εν παραλλήλω. Αν θεωρήσουμε ότι κάθε σύναψη έχει
δυναμικότητα 100 «υπολογισμών» το δευτερόλεπτο, προκύπτει το ισοδύναμο 10.000
teraFLOP[11]
για το σύνολο του εγκέφαλου.
Ο καθηγητής Χανς Μόραβετς (Hans Moravec), ιδρυτής του «Ινστιτούτου Ρομποτικής» στο Πανεπιστήμιο Κάρνετζι-Μέλλον των ΗΠΑ και κατασκευαστής ρομπότ, υποστηρίζει πως, μέσα στα επόμενα σαράντα χρόνια, θα κατασκευαστούν υπερ-ευφυή ρομπότ που θα ξεπεράσουν την ανθρώπινη ευφυΐα και η ανθρώπινη εργασία θα αντικατασταθεί από τα αυτόματα. Σύμφωνα με τον νόμο του Μουρ[12], η επεξεργαστική ισχύς των υπολογιστών διπλασιάζεται κάθε δύο χρόνια. έτσι, κατά τον Μόραβετς, σε ένα άρθρο του το 1990[13], η πρώτη γενιά των ρομπότ, με επίπεδο ευφυΐας παρόμοιο με εκείνο των ερπετών, θα έχει ήδη κατασκευαστεί το 2010, ενώ τριάντα χρόνια μετά θα έχει ήδη κατασκευαστεί η «τέταρτη γενεά... η οποία θα διαθέτει ανθρωπίνου επιπέδου αισθητηριακές και κινητικές δυνατότητες και ανώτερες δυνατότητες υπολογισμού». Η πραγματικότητα μοιάζει να έχει ήδη ξεπεράσει τις προβλέψεις του. Ενώ ο πλέον σύγχρονος υπερ-υπολογιστής στις αρχές της χιλιετίας ήταν ο white ASCI της IBM, με συνολική απόδοση 12.3 teraFLOP, για τη μεταφορά του οποίου χρειάστηκαν εικοσιοκτώ φορτηγά αυτοκίνητα, το 2008 ο Roadrunner της IBM υπήρξε ο πρώτος υπολογιστής που έσπασε το «φράγμα» του ενός petaFLOP[14] ενώ το 2013 ο μεγαλύτερος υπερ-υπολογιστής του κόσμου, ο κινεζικός Τιανχέ 2, έφθασε τα 33.86 petaFLOP[15], δηλαδή ξεπέρασε το επίπεδο τριών ανθρωπίνων εγκεφάλων μαζί!
Οι
υπολογιστές «θα μας αντικαταστήσουν σε κάθε βασική εργασία και θα μπορούν, κατ’
αρχήν, να θέτουν σε λειτουργία την κοινωνία μας δίχως τη δική μας παρέμβαση»[16].
«Αυτό που μας μέλλεται.... είναι ένας κόσμος στον οποίο η ανθρώπινη φυλή θα
σαρωθεί από ένα κύμα πολιτισμικών μετασχηματισμών, και θα υποκατασταθεί από
τους ίδιους τους τεχνητούς απογόνους της»[17].
Ο πλέον διαπρύσιος κήρυκας της έλευσης των ρομπότ υψηλής νοημοσύνης είναι ο Ρέυ Κουρτσβάιλ (Ray Κurzweil), εφευρέτης πολλών ηλεκτρονικών συστημάτων και ιδιοκτήτης ενός μεγάλου δικτύου συναφών επιχειρήσεων. Για τον Κουρτσβάιλ, οι επιτραπέζιοι υπολογιστές θα φθάσουν στο επίπεδο της ανθρώπινης ευφυΐας ήδη από το 2020, στις δε αμέσως επόμενες δεκαετίες, θα καταστεί δυνατή η αντιγραφή (το «σκανάρισμα») του ανθρώπινου εγκεφάλου και η μεταγραφή των εγκεφαλικών δεδομένων σε αυτούς τους εξελιγμένους υπολογιστές, ώστε να αποκτήσουν ανθρώπινες ικανότητες λογικής επεξεργασίας και, παράλληλα με την υψηλή τους ταχύτητα, να ξεπεράσουν σύντομα τους ανθρώπους. Η μεταβίβαση της πληροφορίας από τον ανθρώπινο εγκέφαλο στον υπολογιστή θα προσφέρει στον άνθρωπο ένα είδος «αθανασίας», ενώ βέβαια το ανθρώπινο είδος, όπως το γνωρίζουμε, θα οδηγηθεί σε εξαφάνιση[18]...
Και εάν μία τέτοια
λογική μοιάζει φυσιολογική για τις εξτρεμιστικές ομάδες των εξτροπιανών και των
τρανσουμανιστών, το πιο ανησυχητικό είναι πως μια τέτοια αντίληψη χαρακτηρίζει
και ανθρώπους όπως ο Μόραβετς και ο Κουρτζβάιλ, που καταλαμβάνουν τις
υψηλότερες θέσεις του τεχνολογικού και επιχειρηματικού hit parade[19]. Ο
διακηρυγμένος στόχος τους είναι μια νέα εποχή μετα-βιολογικής ζωής, νόησης
χωρίς σώματα, αθανασίας χωρίς τα όρια της ασθένειας, της γήρανσης και της
ανεκπλήρωτης επιθυμίας, της μεταβολής της ανθρώπινης νόησης σε
μηχανική-μετανθρώπινη...[20]
Όπως διακηρύσσουν ανοικτά οι Γκρέγκορυ Πωλ και Ερλ Κοξ:
Ονειρευόμαστε ένα παράξενο αφυπνιστικό όραμα˙ ένα αναπόφευκτα βραχύχρονο διάλειμμα ανάμεσα στη μακρά περίοδο της ανθρωπότητας χαμηλής τεχνολογίας, από τη μια, και την εποχή της υπέρβασης των ανθρωπίνων όντων από την άλλη... Η γήινη «φωλιά» μας θα κατακτηθεί από έναν τελειότερο και περισσότερο ανταγωνιστικό οργανισμό[21].
Όσο για την περιβόητη «συνεπαφή»
μεταξύ ανόργανων και οργανικών συστημάτων, οι λεγόμενοι «υπολογιστές DNA» έχουν
ήδη αναπτυχθεί σε πειραματικό στάδιο[22]. Με την τοποθέτηση κλώνων
DNA (σειρών από τα νουκλεοτίδιά του) σε επιφάνειες από γυαλί και χρυσό, οι
ερευνητές κατάφεραν να δώσουν στους «υπολογιστές» που βασίζονται στο DNA, μορφή
που θυμίζει περισσότερο εκείνη των κλασικών υπολογιστών, ήδη από το 1999. Οι
«υπολογιστές» αυτοί βασίζονται σε μια νέα τεχνολογία που έχει στόχο να
εκμεταλλευτεί τη χωρητικότητα του DNA, τα βιολογικά μόρια του οποίου μπορούν να
αποθηκεύσουν τεράστιες ποσότητες πληροφοριών. Τα μόρια του DNA είναι ικανά να
εκτελούν λειτουργίες παρόμοιες με εκείνες του υπολογιστή, μέσω ενζύμων τα οποία
υποκαθιστούν το λογισμικό και μπορούν να αποθηκεύσουν πολύ περισσότερες πληροφορίες
από οποιοδήποτε συμβατικό κύκλωμα[23].
Και θα μπορούσαμε να συνεχίσουμε ad perpetuum για τις δυνατότητες και τα
«θαύματα» της πληροφορικής, της ρομποτικής και της νανοτεχνολογίας.
Ωστόσο, απέναντι στους ενθουσιώδεις οπαδούς μιας μετανθρώπινης εξέλιξης του ανθρωπίνου είδους[24] και της δυνατότητας κατασκευής ευφυών ρομπότ, πολλαπλασιάζονται και όσοι απορρίπτουν ως ανέφικτη ή επικίνδυνη την τεχνητή νοημοσύνη. Σύμφωνα με τον μαθηματικό Ρότζερ Πένροουζ (Roger Penrose), η αιτία για την αδυναμία δημιουργίας ηλεκτρονικών συσκευών υψηλής ευφυΐας δεν βρίσκεται στην κατασκευαστική αδυναμία των εταιρειών, αλλά στην ύπαρξη «περιοχών» της υψηλής νοημοσύνης που είναι αδύνατον να προσεγγίσει οποιαδήποτε από τις γνωστές μορφές τεχνητού λογισμού. Oι υπολογιστές μπορεί να ξεπεράσουν τον άνθρωπο στο σκάκι αλλά δεν μπορούν να κατανοήσουν την εσώτερη λογική του παιγνιδιού. Στο κλασικό του βιβλίο για το ζήτημα[25], παραθέτει μια σειρά από μαθηματικούς και φυσικούς κανόνες, ιδιαίτερα σε ό,τι αφορά στην κβαντομηχανική και τη λειτουργία του εγκεφάλου που κάνουν απαγορευτική την ταύτιση εγκεφάλου και μηχανής. Ο Πένροουζ απορρίπτει τη λογική εκείνων που, όπως οι Ντόουκινς (Dawkins) και Ντένετ (Dennett), υποστηρίζουν ότι «η συνείδηση είναι ένας απλός μηχανισμός»:
Υποστηρίζω ότι χρειάζεται να ανακαλύψουμε κάποια μη-υπολογιστική φυσική διαδικασία εάν θέλουμε κάποτε να εξηγήσουμε τους μηχανισμούς της συνείδησης. Αλλά δεν βλέπω να υπάρχει σήμερα μια παρόμοια θεωρία. Νομίζω ότι στο μόνο μέρος που μπορεί να ενταχθεί η μη-υπολογιστική λογική είναι σε αυτό που αποκαλείται «μέτρηση κβαντικού χαρακτήρα». Αλλά χρειαζόμαστε μια νέα θεωρία κβαντικής μέτρησης, μια μη-υπολογιστική νέα θεωρία... Αλλά πρόκειται για κάτι που αφορά στο μακρινό μέλλον.
Πολλά από όσα κάνει ο εγκέφαλος μπορούν να γίνουν με τον υπολογιστή. Δεν ισχυρίζομαι ότι η δράση του εγκεφάλου είναι εντελώς διαφορετική απ’ ό,τι κάνεις με έναν υπολογιστή. Ισχυρίζομαι απλώς ότι οι λειτουργίες της συνείδησης είναι κάτι το διαφορετικό. Ούτε ισχυρίζομαι ότι η συνείδηση είναι πέραν της φυσικής – πιστεύω ωστόσο ότι είναι πέραν της φυσικής που γνωρίζουμε σήμερα.Η σύγχρονη φυσική θεωρία είναι ολίγον παράδοξη διότι περιλαμβάνει δύο επίπεδα δραστηριότητας. Ένα είναι το κβαντικό επίπεδο, που αναφέρεται στα φαινόμενα της μικροκλίμακας. και μπορούμε να το εντοπίσουμε μόνο από απειροελάχιστες ενεργειακές διακυμάνσεις. Το άλλο επίπεδο είναι το κλασικό, όπου παρατηρούνται φαινόμενα μεγάλης κλίμακας και όπου λειτουργεί η κλασική φυσική – Νεύτων, Μάξγουελ, Αϊνστάιν[26].
Με
τα σημερινά δεδομένα είναι απολύτως ανεδαφική κάθε απόπειρα αναγωγής της
ψυχολογίας στη νευροεπιστήμη, ώστε να συνάγονται τα ψυχονοητικά αντικείμενα από
τις δραστηριότητες των νευρώνων. Το μοντέλο της δυαδικότητας το οποίο μπορεί να
στηρίζεται πιθανώς και στην «κβαντικού» τύπου λειτουργία του εγκεφάλου, σύμφωνα
με την υπόθεση του Πένροουζ, μοιάζει το πλέον ικανοποιητικό, τουλάχιστον σε
περιγραφικό επίπεδο. Όπως καταλαβαίνουμε, η συζήτηση αυτή, με τα σημερινά
εμπειρικά και πειραματικά δεδομένα, παραμένει χωρίς τέλος και ίσως –ως συνέπεια
και του θεωρήματος του Γκέντελ (Gödel)– να παραμείνει για πολύ ή και εσαεί με
αμφισβητούμενη έκβαση.
Πράγματι το
ισχυρότερο μαθηματικο-λογικό επιχείρημα για την αδυναμία κατασκευής μιας
μηχανής η οποία να υποκαθιστά τον άνθρωπο το προσφέρει το Θεώρημα της
μη-πληρότητας του Γκέντελ, μία από τις μεγαλύτερες επιστημονικές αλλά και
φιλοσοφικές κατακτήσεις της εποχής μας, το οποίο χρησιμοποίησε σε μεγάλη έκταση
και ο Βιτγκενστάιν:
Το καλοκαίρι του 1930, ο εικοσιτετράχρονος μαθηματικός Κουρτ Γκέντελ απέδειξε ένα περίεργο θεώρημα: τα μαθηματικά είναι ανοιχτά-ατελεύτητα. Δεν είναι δυνατόν να υπάρξει κανένα οριστικό, τέλειο μαθηματικό σύστημα. Κάθε αξιωματικοποίηση των μαθηματικών τελικά θα καταλήξει σε ορισμένα απλά προβλήματα που δεν μπορεί να τα αποδείξει κατά κανένα τρόπο. Έτσι μπορούμε να ορίσουμε το θεώρημα της μη πληρότητας του Γκέντελ. Τα πορίσματα και οι συνέπειες αυτής της απόδειξης είναι εκπληκτικά. Ο Γκέντελ είναι σαν να μας λέει με σιγουριά ότι το σύμπαν δεν είναι μία μηχανή και ότι κανείς δεν θα μάθει ποτέ το μυστικό του σύμπαντος. Αυτό που κάνει την απόδειξη του Γκέντελ τόσο σημαντική, είναι ότι την διετύπωσε σε τέλεια ακριβή μαθηματική γλώσσα[27].
Ο Γκέντελ απέδειξε ότι, σε
οποιοδήποτε μαθηματικό κλάδο, θα υπάρχουν πάντοτε κάποιες προτάσεις που δεν θα
μπορούν να αποδειχτούν αληθείς ή ψευδείς σύμφωνα με τους κανόνες και τα
αξιώματα του συγκεκριμένου μαθηματικού κλάδου (π.χ. Ευκλείδια γεωμετρία).
Μπορείς να αποδείξεις ο,τιδήποτε σχετικά με ένα σύστημα μόνο εάν βρίσκεσαι έξω
από το σύστημα αυτό και δημιουργήσεις ή εφαρμόσεις νέους κανόνες και αξιώματα,
αλλά έτσι κατασκευάζεις ένα νέο ευρύτερο μετα-σύστημα, με τις δικές του αναπόδεικτες
διαπιστώσεις. Κατά συνέπεια, οποιοδήποτε λογικό σύστημα μιας ορισμένης
πολυπλοκότητας είναι εξ ορισμού ατελές και περιέχει περισσότερες αποφάνσεις από
εκείνες που μπορεί κανείς να αποδείξει σύμφωνα με τους ίδιους του κανόνες του
συστήματος.
Το θεώρημα του
Γκέντελ, αποτελεί τη θεωρητική
βάση για την απόρριψη της δυνατότητας της κατασκευής υπολογιστών ταυτόσημης
ευφυΐας με τον άνθρωπο, γιατί οι γνώσεις του περιορίζονται από έναν
συγκεκριμένο αριθμό αξιωμάτων, ενώ οι άνθρωποι μπορούν να ανακαλύπτουν
αναπάντεχες αλήθειες. Στις αρχές του 20ού αιώνα, ο άνθρωπος πίστευε
ότι θα κατάφερνε να εντάξει σε έναν κατάλογο όλα τα αξιώματα που θα μας
επέτρεπαν να αποφανθούμε για την αλήθεια ή το ψεύδος κάθε πρότασης. Ο Γκέντελ
μας έδειξε ότι ο κατάλογος αυτός είναι άπειρος. Αν ένας τέτοιος κατάλογος
υπήρχε, τότε θα μπορούσαμε να τον απομνημονεύσουμε σε έναν υπολογιστή και έτσι
θα ήταν δυνατό να αποδειχθούν όλα τα πιθανά θεωρήματα. Χάρις στο θεώρημα της μη
πληρότητος, αυτό είναι αδύνατο να συμβεί και συνεπώς επιβεβαιώνεται το αξίωμα
πως ο άνθρωπος ποτέ δεν θα κατανοήσει πλήρως τον εαυτό του, διότι θα έπρεπε να
διαθέτει ένα μετα-σύστημα που να βρίσκεται έξω από τον ίδιο τον άνθρωπο[28].
Αν όμως αυτό το
θεώρημα συνομολογεί με όλες τις άλλες διαπιστώσεις της λογικής και της
φιλοσοφίας πως η ανθρώπινη συνείδηση είναι αδύνατον να μεταγραφεί σε κάποια
μηχανική κατασκευή, αυτό δεν πρέπει να μας καθησυχάζει, ίσως θα πρέπει μάλλον να
μας εμβάλλει σε μεγαλύτερη ανησυχία: Επειδή είναι βέβαιο πως η λογική
του κέρδους και της επιστημονικής μεγαμηχανής δεν πρόκειται να παραιτηθούν από
τις απόπειρες κατασκευής ευφυών μηχανών, αντίθετα μάλιστα, είναι πολύ πιθανό να
οδηγήσουν στη δημιουργία μηχανικών τεράτων με υψηλή υπολογιστική ισχύ αλλά μη
ελέγξιμων ως προς τις κατευθύνσεις τους.
Β. Από την ευγονική στις γονιδιακές παρεμβάσεις
Η δεύτερη μεγάλη κατεύθυνση,
παράλληλα με τη δημιουργία νοημόνων μηχανικών συστημάτων, είναι η ευγονική και
η γενετική τροποποίηση του ανθρώπινου γονιδιώματος: Ποιος άραγε θα ελέγχει τις
δυνάμεις που απελευθερώνει το γενετικό κουτί της Πανδώρας; Μπορούμε για κάτι
τέτοιο να δείξουμε εμπιστοσύνη στις αναπτυγμένες χώρες, τις μεγάλες
επιχειρήσεις και την πολιτική και επιστημονική ελίτ; Δεν είναι πιθανότερο να
επιχειρήσουν να θέσουν σε εφαρμογή διάφορες εκδοχές (soft ή hard) γενετικής
διαφοροποίησης των ανθρώπων, όπως αυτή που περιέγραφε ήδη ο Χάξλεϋ;
Δεν πρέπει
να ξεχνάμε πως οι μηχανισμοί της ευγονικής δεν εμφανίστηκαν με τη
γενετική μηχανική, αλλά αποτέλεσαν την έκφραση ενός κοινωνικού δαρβινισμού ήδη
στις πρωτόγονες και τις αρχαίες κοινωνίες. Οι ανήμποροι ρίχνονται στον Καιάδα
από τους Λακεδαιμονίους, οι φεουδάρχες επιλέγουν τις καταλληλότερες νύφες και
γαμβρούς για τους βλαστούς τους, οι σημερινές άρχουσες τάξεις επιλέγουν τη φυλή
και το παρουσιαστικό των συνεύνων των κατιόντων τους. Η βιομηχανική Δύση θα
στειρώνει μέχρι τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο τους αποκλίνοντες και τους
στιγματισμένους από ανίατες ασθένειες κ.ο.κ. Η ιστορία της «επιστημονικής»
ευγονικής στη Δύση, η οποία προετοιμάζει την αναδυόμενη γενετική ευγονική,
αρχίζει στον 19ο αιώνα παράλληλα με την ανάπτυξη του επιστημονισμού
και του ορθολογισμού[29].
Η ευγονική θεωρείται άμεση συνέπεια του Δαρβινισμού και χαρακτηρίζεται ως μια επιστημονική και προοδευτική κοινωνική υγιεινή. Ιδιαίτερα στις αρχές του 20ού αιώνα και στη διάρκεια του Μεσοπολέμου, η ευγονική θα θεωρηθεί ως μία από τις ουσιαστικότερες απαντήσεις στα κοινωνικά προβλήματα που είχαν ανακύψει καθώς και απέναντι στον κίνδυνο των επαναστάσεων και του «κομμουνισμού», ενώ το επίκεντρο του «ευγονικού κινήματος» θα είναι οι ΗΠΑ, η Αγγλία, η Γερμανία και οι Σκανδιναβικές χώρες. Φράσεις όπως «η επιβίωση του ικανότερου» και «αγώνας για την επιβίωση» άρχισαν να χρησιμοποιούνται από τα τέλη του 19ου αιώνα στην Ευρώπη και τις ΗΠΑ και σε όλη τη διάρκεια του πρώτου ημίσεως του 20ού αιώνα στην Ελλάδα. Η «αρνητική ευγονική» περιόριζε τους γάμους των ανεπιθύμητων πληθυσμιακών ομάδων και προχωρούσε σε στειρώσεις, ενώ η «θετική ευγονική» προσπαθούσε να ενισχύσει την τεκνογονία των επιθυμητών γονέων.
Στις ΗΠΑ, το
Διάταγμα του Περιορισμού της Μετανάστευσης του 1924 περιόριζε την είσοδο από
περιοχές που θεωρούνταν «βιολογικά κατώτερες» και ενίσχυε τη μετανάστευση από
τη Βόρεια Ευρώπη ενώ, μεταξύ του 1907 και του 1937, τριάντα δύο Πολιτείες
θέσπισαν την εφαρμογή των στειρώσεων για πολίτες που χαρακτηρίζονταν ως
ανεπιθύμητοι, ψυχικά ασθενείς, καθώς και για όσους είχαν καταδικαστεί για χρήση
αλκοόλ ή σεξουαλικές παρεκκλίσεις κλπ. Στη Γερμανία, το 1905, ιδρύθηκε η
«Γερμανική Εταιρία Φυλετικής Υγιεινής», ενώ το αντίστοιχο ναζιστικό πρόγραμμα
εγκαινιάστηκε με την υποχρεωτική στείρωση και κατέληξε στη γενοκτονία. Το 1933,
εξεδόθη ο Νόμος για την Πρόληψη του Πολλαπλασιασμού των εκ Γενετής Ασθενών και
στειρώθηκαν 350.000 σχιζοφρενείς και ψυχικά ασθενείς. Στη συνέχεια στειρώθηκαν
τουλάχιστον 30.000 Γερμανοί τσιγγάνοι ενώ, μέχρι το 1945, παράλληλα με τους 6
εκατομμύρια Εβραίους και τους εκατοντάδες χιλιάδες κομμουνιστές από όλη την
Ευρώπη, εξοντώθηκαν 700.000 Τσιγγάνοι και 70.000 ψυχικά ασθενείς[30].
Ωστόσο, οι
υποστηρικτές της ευγονικής δεν περιορίζονταν μόνο ανάμεσα στους φασιστικούς και
συντηρητικούς κύκλους αλλά έφθαναν μέχρι τη Ρωσία (όπου το 1922 ιδρύθηκε το
«Γραφείο Ευγονικής» της Ακαδημίας Επιστημών), την αγγλική Αριστερά και κυρίως
τη σκανδιναβική σοσιαλδημοκρατία. Το «Σουηδικό Ινστιτούτο Φυλετικής Βιολογίας»
ιδρύθηκε στη Στοκχόλμη στις αρχές της δεκαετίας του 1920 και ο «Νόμος για τη
Στείρωση» ψηφίστηκε το 1935 από το Σουηδικό Σοσιαλδημοκρατικό Κόμμα. Μεταξύ του
1934 και του 1976, όταν τελικώς ανεκλήθη, 62.000 άνθρωποι, εκ των οποίων 90%
γυναίκες, είχαν στειρωθεί. Δεκαπεντάχρονοι είχαν υποστεί στείρωση γιατί
σύχναζαν σε χορευτικά κέντρα, ενώ μια γυναίκα στειρώθηκε το 1960 γιατί συμμετείχε
σε μια συμμορία μοτοσικλετιστών και ορφανά παιδιά υφίσταντο στείρωση για να
τους επιτραπεί να εγκαταλείψουν τα ορφανοτροφεία. Ως ποσοστό επί του πληθυσμού
μόνον η Γερμανία πραγματοποίησε περισσότερες στειρώσεις από τη Σουηδία, αλλά
βέβαια σε πολύ λιγότερα χρόνια. Ανάμεσα στους υποστηρικτές της ευγονικής
συγκαταλέγονταν και ο σοσιαλιστής οικονομολόγος –κάτοχος του βραβείου Νόμπελ
οικονομίας μαζί με τον φον Χάγιεκτο 1974– Γκούναρ Μύρνταλ[31]˙
στην Αγγλία, ο Μπέρτραντ Ράσελ, που πρότεινε την έκδοση εγχρώμων «εισιτηρίων
τεκνοποιίας» και την αυστηρή τιμωρία αυτών που θα τολμούσαν να αναμιγνύουν τα
χρώματα (δηλ. την ευγονική ομαδοποίηση) στη σεξουαλική δραστηριότητά τους, και
ο Μπέρναρντ Σώου που δήλωνε ότι «ο μόνος θεμελιακός και εφικτός
σοσιαλισμός είναι η κοινωνικοποίηση της επιλεκτικής ανθρώπινης αναπαραγωγής[32]».
Σήμερα όμως, όπως τονίζει και ο Τζέρεμυ Ρίφκιν, η προοπτική να
δημιουργήσουμε νέους ευγονικούς άνδρες και γυναίκες δεν είναι πλέον όνειρο
κάποιων πολιτικών δημαγωγών, αλλά σύντομα θα είναι μια καταναλωτική δυνατότητα
και μια προσοδοφόρα αγορά. Tο νέο κίνημα της ευγονικής δεν μοιάζει με το κύμα
τρόμου που γέννησε το Oλοκαύτωμα. Στη θέση των κραυγών για φυλετική καθαρότητα
έχουμε ρεαλιστικές συζητήσεις για αυξημένη οικονομική αποδοτικότητα, αυξημένη
αποτελεσματικότητα και βελτίωση της ποιότητας ζωής. H παλιά ευγονική πήγαζε από
πολιτικές ιδεολογίες και υποκινούνταν από τον φόβο και το μίσος. H νέα ευγονική
ξεπηδά από τις δυνάμεις της αγοράς και τις επιθυμίες των καταναλωτών[33].
Γ. Η «απειλή των μηχανών» και ο εφιάλτης της νανοτεχνολογίας
Για τους κινδύνους που
απορρέουν από τη χρήση των νέων τεχνολογιών –κινδύνους που οι άνθρωποι, ως
είθισται, κατανοούν μόνο μετά από μεγάλες καταστροφές, όπως συνέβη με το
Τσερνομπίλ και τη χρήση της πυρηνικής ενέργειας– αξίζει να παραθέσουμε δύο
«συγγραφείς» που κινούνται στα δύο άκρα του φάσματος, έναν αντιτεχνολογικό
ακτιβιστή, τον Θήοντορ Καζίνσκι, τον περιβόητο «Unabomber», και τον Μπιλ Τζόυ, συνιδρυτή μιας από τις μεγαλύτερες εταιρείες ηλεκτρονικής, της
Sun Microsystems.
O Καζίνσκι περιγράφει αρκετά ρεαλιστικά την κοινωνική πραγματικότητα την
οποία τείνει να διαμορφώσει η τεχνολογική και βιογενετική «επανάσταση» που
ανατέλλει.[34]
Εκκινά από την υπόθεση ότι οι επιστήμονες της πληροφορικής ίσως επιτύχουν να
κατασκευάσουν ευφυείς μηχανές, οι οποίες θα τα κάνουν όλα αρτιότερα απ’ ό,τι οι
ίδιοι οι άνθρωποι. Σε αυτή την περίπτωση, μπορούμε βάσιμα να υποθέσουμε ότι η
οποιαδήποτε εργασία θα επιτελείται από αχανή συστήματα μηχανών με υψηλή
οργάνωση, χωρίς να απαιτείται κανενός είδους ανθρώπινη προσπάθεια. Δύο είναι οι
πιθανές εκδοχές: «Είτε θα επιτραπεί στις μηχανές να παίρνουν όλες τις αποφάσεις
που αφορούν στη δράση τους, χωρίς ανθρώπινη εποπτεία, είτε θα διατηρηθεί ο
ανθρώπινος έλεγχος επί των μηχανών».
Στην πρώτη
περίπτωση, αν οι ίδιες οι μηχανές λαμβάνουν τις αποφάσεις, δεν μπορούμε να
εικάσουμε το παραμικρό ως προς τις συνέπειες, διότι είναι αδύνατον να
μαντέψουμε τη συμπεριφορά τους. Επισημαίνουμε μόνο ότι η μοίρα του ανθρώπινου
γένους θα βρίσκεται στο έλεος των μηχανών. Το ανθρώπινο γένος μάλλον δεν θα
μεταβίβαζε οικειοθελώς την εξουσία στις μηχανές ούτε ίσως αυτές θα άρπαζαν την
εξουσία σκόπιμα. Όμως οι άνθρωποι θα μπορούσαν εύκολα να εφησυχάσουν και να
μεταπέσουν σταδιακά σε κατάσταση τέτοιας εξάρτησης ώστε, από πρακτικής άποψης,
να μην έχουν πλέον άλλη επιλογή πέρα από το να αποδέχονται όλες τις αποφάσεις
τους.
«Τελικά, θα φτάσουμε σε ένα στάδιο στο οποίο οι αποφάσεις που είναι απαραίτητες για να συνεχίσει να λειτουργεί το σύστημα θα είναι τόσο σύνθετες, ώστε τα ανθρώπινα όντα θα είναι ανίκανα να τις χειριστούν. Σε αυτό το στάδιο, τον ουσιαστικό έλεγχο θα τον έχουν οι μηχανές.»
«Τελικά, θα φτάσουμε σε ένα στάδιο στο οποίο οι αποφάσεις που είναι απαραίτητες για να συνεχίσει να λειτουργεί το σύστημα θα είναι τόσο σύνθετες, ώστε τα ανθρώπινα όντα θα είναι ανίκανα να τις χειριστούν. Σε αυτό το στάδιο, τον ουσιαστικό έλεγχο θα τον έχουν οι μηχανές.»
Εάν διατηρηθεί ο
ανθρώπινος έλεγχος πάνω στις μηχανές, τότε ο έλεγχος των μεγάλων συστημάτων θα
βρίσκεται στα χέρια μιας μικρής ελίτ – όπως συμβαίνει και σήμερα, αλλά με δύο
βασικές διαφορές: λόγω των προηγμένων τεχνικών, η ελίτ θα έχει μεγαλύτερο
έλεγχο πάνω στις μάζες και, καθώς η ανθρώπινη εργασία δεν θα είναι πλέον
απαραίτητη, οι μάζες θα είναι πλεονάζουσες, ένα άχρηστο βάρος στο σύστημα. Αν η
ελίτ είναι αδίστακτη, ίσως αποφασίσει να εξολοθρεύσει τη μεγάλη μάζα της
ανθρωπότητας. Διαφορετικά, ίσως χρησιμοποιήσει την προπαγάνδα ή άλλες
ψυχολογικές και βιολογικές μεθόδους για να περιορίσει τη γεννητικότητα, ώσπου
και πάλι η μεγάλη μάζα της ανθρωπότητας να εξαφανιστεί και να μείνει η Γη στα
χέρια της ελίτ. Τέλος, ακόμα και στην περίπτωση που η ελίτ αποτελείται από...
καλλιεργημένους ανθρωπιστές, οπαδούς του «επικοινωνιακού» διαφωτισμού (sic),
ίσως αποφασίσει να παίξει τον ρόλο του καλού ποιμένα, με ποίμνιό της την
υπόλοιπη ανθρωπότητα η οποία θα έχει υποστεί κάποια τροποποίηση βιολογικού ή
ψυχολογικού τύπου, για να εξαλειφθεί η επιθυμία τους να συμμετέχουν στη νομή
της εξουσίας. «Αυτά τα τροποποιημένα ανθρώπινα όντα ίσως νιώθουν ευτυχισμένα σε
μια τέτοια κοινωνία, αλλά σίγουρα δεν θα είναι ελεύθερα. Θα έχουν υποβιβαστεί
στην κατηγορία των κατοικίδιων ζώων.»
Όσο για τον Μπιλ
Τζόυ, στο περιβόητο πλέον δοκίμιό του, Γιατί το μέλλον δεν μας
χρειάζεται, που σηματοδότησε τη ρήξη του με την κυρίαρχη
κερδοσκοπική και τεχνολάγνα λογική των εταιρειών πληροφορικής (το 2003
παραιτήθηκε από την ίδια του την εταιρεία, τη Sun Microsystems), αφού πρώτα
ανακαλύπτει με έκπληξη πως οι απόψεις του ταυτίζονται με εκείνες του Unabomber[35],
περιγράφει πως ο ίδιος –λάτρης, αρχικώς, της τεχνολογίας και της «επιστημονικής
προόδου»– ανακάλυψε με τρόμο τις πιθανές συνέπειες της τεχνολογίας σε τρεις
βασικούς τομείς, τη γενετική, η «οποία –είτε για στρατιωτικούς λόγους είτε λόγω
ατυχήματος είτε λόγω σκόπιμης τρομοκρατικής ενέργειας– θα μπορούσε να
κατασκευάσει μια πραγματική Λευκή Πανούκλα», την τεχνητή νοημοσύνη και
τη ρομποτική και, τέλος, τη νανοτεχνολογία. Σε σχέση με τις
μυθικές υποσχέσεις της νανοτεχνολογίας σκιαγραφεί τη σταδιακή αφύπνισή του
απέναντι στις εξίσου τεράστιες εφιαλτικές της δυνατότητες:
Θυμάμαι ότι ένιωσα ωραία όταν διάβασα τις Μηχανές Δημιουργίας
(του Ντρέξλερ). Ως μηχανικός ένιωθα ένα αίσθημα ηρεμίας, ένιωθα δηλαδή ότι η
νανοτεχνολογία παρείχε την απόδειξη ότι η απεριόριστη πρόοδος ήταν τελικά
εφικτή, ίσως ακόμη και αναπόφευκτη. [ ]
Και ξαφνικά, πέρυσι το καλοκαίρι, ο Brosl
Haaslacher μου είπε ότι η μοριακή ηλεκτρονική σε νανοκλίμακα ήταν πλέον
εφικτή. Όταν ξαναδιάβασα τη δουλειά του Ντρέξλερ, δέκα χρόνια μετά, συνταράχτηκα βλέποντας πόσο λίγα πράγματα
θυμόμουν από μια μακροσκελή ενότητα, με τον τίτλο Φόβοι και Ελπίδες,
όπου γινόταν αναφορά στο πώς οι νανοτεχνολογίες θα μπορούσαν να μετατραπούν σε
«μηχανές καταστροφής».
Δυστυχώς, όπως ακριβώς και
με την πυρηνική τεχνολογία, είναι πολύ πιο εύκολο να υλοποιηθούν καταστροφικές
εφαρμογές της νανοτεχνολογίας παρά εποικοδομητικές. Η νανοτεχνολογία έχει
σαφείς εφαρμογές τόσο στην εθνική άμυνα όσο και στην τρομοκρατία. [ ] Η
νανοτεχνολογία επιτρέπει την κατασκευή μηχανισμών με επιλεκτική καταστροφική
δράση, οι οποίοι προσβάλλουν, για παράδειγμα, μόνο μια δεδομένη γεωγραφική
περιοχή ή μόνο μια ομάδα ανθρώπων με συγκεκριμένα γενετικά χαρακτηριστικά.
Άμεση συνεπαγωγή της φαουστιανής συμφωνίας με τον διάβολο για την
κατάκτηση της ισχύος που μας προσφέρει η νανοτεχνολογία, είναι ότι θέτουμε τους
εαυτούς μας σε ανυπολόγιστο κίνδυνο: στον κίνδυνο να καταστρέψουμε τη βιόσφαιρα
από την οποία εξαρτάται κάθε μορφή ζωής[36].
Ο Ντρέξλερ, στις Μηχανές Δημιουργίας, καταγράφοντας τους κινδύνους που μπορεί να προκαλέσει η νανοτεχνολογία, περιγράφει «φυτά» των οποίων το «φύλλωμα» αποτελείται από ηλιακές κυψέλες, παρόμοιας απόδοσης με τις ήδη υπάρχουσες, και τα οποία θα ήταν δυνατόν να εκτοπίσουν τα αληθινά φυτά και να εποικήσουν τη βιόσφαιρα με φύλλωμα ακατάλληλο προς βρώση. Ισχυρά παμφάγα «βακτηρίδια» θα μπορούσαν να εκτοπίσουν τα αληθινά βακτηρίδια: να εξαπλωθούν όπως η γύρη στον άνεμο, να πολλαπλασιαστούν ταχύτατα και να εξαφανίσουν ολόκληρη τη βιόσφαιρα μέσα σε λίγες ημέρες. Οι επικίνδυνοι αναπαραγωγικοί μηχανισμοί θα μπορούσαν κάλλιστα να είναι τόσο μικροί και ισχυροί και να εξαπλώνονται με τέτοια ταχύτητα, ώστε να μην είναι δυνατόν να ανακόψουμε την πορεία τους – αν τουλάχιστον δεν έχουμε προβεί στις κατάλληλες προετοιμασίες για κάτι τέτοιο. Και όμως ο άνθρωπος δεν έχει καταφέρει ακόμα να ελέγξει τους ιούς και τα παράσιτα..
Μεταξύ των ειδικών
της νανοτεχνολογίας, αυτή η απειλή είναι γνωστή με την ονομασία «το πρόβλημα
της γκρίζας γλίτσας» (gray gloo problem). Βέβαια, οι ανεξέλεγκτες μάζες
αναπαραγωγικών μηχανισμών δεν θα έχουν απαραίτητα γκρίζο χρώμα ή γλοιώδη υφή˙ ο
όρος «γκρίζα γλίτσα» αναφέρεται κυρίως στον ελάχιστα γοητευτικό χαρακτήρα τους.
Ίσως είναι ανώτερες από άποψη φυσικής επιλογής αλλά αυτό δεν τις καθιστά και
επιθυμητές. Η απειλή της γκρίζας γλίτσας μας βοηθά να συνειδητοποιήσουμε πως
στον τομέα των αναπαραγωγικών συναρμολογητών δεν έχουμε την πολυτέλεια να
συγχωρήσουμε τα ατυχήματα.
Αυτό που πάνω από όλα θα έπρεπε να μας κάνει επιφυλακτικούς στη χρήση της γενετικής, της νανοτεχνολογίας και της ρομποτικής είναι η δύναμη της καταστροφικής αυτοαναπαραγωγής. Η αυτοαναπαραγωγή είναι το modus operandi της γενετικής μηχανικής, η οποία αναπαράγει τις δομές της χρησιμοποιώντας τον αναπαραγωγικό μηχανισμό του κυττάρου. Αυτό ακριβώς το χαρακτηριστικό ενσαρκώνει και τον κίνδυνο για την επέλαση της γκρίζας γλίτσας στη νανοτεχνολογία[37].
Υπάρχει άραγε οποιαδήποτε
δυνατότητα κοινωνικού ελέγχου αυτών των διαδικασιών και ποιοι είναι οι ηθικοί
φραγμοί και τα όρια που θα πρέπει να θέσουν οι ανθρώπινες κοινωνίες απέναντι σε
μια τέτοια εξέλιξη; Τέλος, αλλά όχι ελάχιστο, ποια θα είναι η τύχη των
ταυτοτήτων, εθνικών, πολιτισμικών, φυλετικών απέναντι στη δημιουργία του
μετανθρώπου; Η έννοια της ταυτότητας –τουλάχιστον της συλλογικής– θα πάψει
πλέον να έχει οποιοδήποτε νόημα και θα επιβιώσει μόνο η ατομική-σειριακή
ταυτότητα;
Δ. Φιλοσοφικές και ανθρωπολογικές συνεπαγωγές
Ποια είναι η
θέση που μπορεί να πάρει η φιλοσοφία απέναντι σε αυτές τις εξελίξεις; Και ιδιαίτερα
η φιλοσοφία της κριτικής του εργαλειακού ορθολογισμού και του εργαλειοποιημένου
ανθρώπου; Και ποια μπορεί να είναι η εξέλιξη της θρησκείας μπροστά σε μια
τέτοια προοπτική; Για τον Σπύρο Μάνδρο, που μοιάζει να προεκτείνει την παλιά
διαφωτιστική αντίληψη για την κυριαρχία του Λόγου έναντι του Ανθρώπου, από τον
μαρξισμό και την κομμουνιστική ουτοπία στην τεχνολογική επαγγελία του
μετανθρώπου, τα πράγματα είναι καθαρά και το φιλοσοφικό δίλημμα αδήριτο:
Το δράμα που εξελίσσεται στο θέατρο της συνείδησής μας τώρα έχει έναν αλλιώτικο πρωταγωνιστή: Το άνυσμα του κοινωνικού χρόνου, δηλαδή τη συλλογική μας αντίληψη για το μέγεθος, την ταχύτητα και την κατεύθυνση της ιστορίας. Από τη μια πλευρά βρίσκεται ο οικείος κοινωνικός χρόνος, που κινείται με τους ρυθμούς του βιολογικού σώματος, έχει την έκταση της καταγεγραμμένης ιστορίας και κατάγεται / ωθείται από κάποιο λαμπρό παρελθόν. Και από την άλλη, ο (ελλείψει καλύτερου όρου) τεχνοκρατικός / επιστημονικός χρόνος, που παραδόξως συνθέτει ένα πρακτικώς άπειρο μέγεθος χρόνου (αστρονομικό, γεωλογικό, βιολογικό) με ακαριαίες νανοταχύτητες και κατευθύνεται / έλκεται από ένα κρυφό και τρομερό μέλλον.Αυτό δηλαδή που παρακολουθούμε είναι η σύγκρουση δύο μειζόνων πνευματικών μας κατασκευών. Και η καθεμιά της γίνεται ανθρώπινη, ντύνεται με τα φανταχτερά ρούχα των βιωμάτων μας, υιοθετώντας / προκαλώντας αντίστοιχους συλλογικούς μύθους, που ο καθένας εγκατοικεί σε διαφορετική περιοχή της ψυχής. Έχουμε έτσι τον μύθο του ανθρώπου, όπως τον έπλασαν και τον επέβαλαν οι Έλληνες («μέτρο των πάντων ο Άνθρωπος»), και έχουμε και τον αναδυόμενο μύθο του μετανθρώπου («μέτρο των πάντων ο Λόγος»), που διεκδικεί σήμερα τη δική του ηγεμονία[38].
Τω όντι, αυτό είναι το πραγματικό
ερώτημα που θα κρίνει τη μοίρα του ανθρώπου στις δεκαετίες και τους αιώνες που
έρχονται. Απέναντι σε αυτή τη νέα πραγματικότητα, όπου το
βουλιμικό-εξουσιαστικό δυναμικό αναδεικνύεται κυρίαρχο, οι κοινωνίες, για μια
ακόμα φορά, θα πρέπει να επιλέξουν μπρος στις νέες προκλήσεις που διαγράφονται.
Ο Σ.Μ. –και σε αυτό θα τον ακολουθήσει και ο Στέλιος Ράμφος ο οποίος ήδη υπαινίσσεται μια μετανθρώπινη κατάσταση[39]– θα
επιλέξει τον «Λόγο» (δηλαδή τον εργαλειακό Λόγο) σε αντιπαράθεση με τον
«Ανθρωπο». Ωστόσο –ευτυχώς– οι δυνατές επιλογές είναι περισσότερες, όσες και οι
πιθανοί συνδυασμοί λύσεων και ανάμεσά τους θα μπορούσαμε να διακρίνουμε
τρεις μεγάλες κατευθύνσεις:
Η πρώτη
είναι εκείνη της «τεχνοφασιστικής» αντιμετώπισης των αδιεξόδων. Παρατηρείται
έλλειψη τροφίμων; Δημιουργούμε γενετικά μεταλλαγμένα τρόφιμα, άσχετα με τους
πιθανούς κινδύνους και επιπλοκές! Οι άνθρωποι αυξάνονται υπερβολικά στον
πλανήτη; Κατασκευάζουμε τεχνητά μεγαθήρια όπου σε ένα κτίριο θα ζουν ίσως και
εκατοντάδες χιλιάδες άνθρωποι, όπως ετοιμάζεται στην Ιαπωνία. Το κόστος των
συνταξιούχων και των ασθενειών γίνεται δυσβάστακτο, καθώς οι πληθυσμοί γερνούν
σταδιακά; Παρεμβαίνουμε στο γονιδιακό υλικό για να αντιμετωπίσουμε τις
ασθένειες, άσχετα με τους πιθανούς κινδύνους της απρόβλεπτης μετάλλαξης του
ανθρώπινου γονιδιώματος. Αντιμετωπίζουμε προβλήματα υγείας ή εμφάνισης; Η
απάντηση είναι «απλή», δημιουργούμε έναν ημιτεχνητό άνθρωπο, όπως γίνεται ήδη
με την προσθετική ιατρική, την προσθήκη σιλικόνης στα στήθη των γυναικών και,
τέλος, επιτυγχάνουμε την «αιώνια σεξουαλική νεότητα» με κάποιο ενισχυμένο
viagra.
Και προφανώς η
πορεία δεν έχει τέλος: μεσομακροπρόθεσμα, δημιουργούμε νέα είδη,
κατασκευασμένα στον δοκιμαστικό σωλήνα και πιθανώς, σε κάποια πιο απομακρυσμένη
στιγμή, θα φθάσουμε ακόμα και σε νέα ανθρωποειδή ή ανθρωπίδες, πιθανόν και
«ρέπλικες», όπου το ζωντανό έμβιο υλικό θα συνδυάζεται με το μηχανικό-άψυχο.
Έτσι, θα παραμείνει αδιατάρακτο το σημερινό μοντέλο της σπατάλης και της
ερήμωσης της γης˙ πιθανώς δε, την άνοδο της θερμοκρασίας από το φαινόμενο του
θερμοκηπίου θα την αντιμετωπίσουμε με γονιδιακές μεταλλάξεις φυτών, ζώων και...
ανθρώπων, αντί να καταργήσουμε π.χ. την εκτεταμένη καύση του πετρελαίου.
Πρόκειται για την εκδοχή που το οικολογικό κίνημα, στην πρώτη του νεότητα,
χαρακτήριζε τεχνοφασιστική, εκδοχή απολύτως συμβατή με τη σημερινή φάση
της ανθρώπινης ιστορίας, τη λεγόμενη παγκοσμιοποίηση. Σε μια τέτοια εκδοχή όλο
και περισσότερα εμπορεύματα θα κυκλοφορούν με αυξανόμενα μεταφορικά μέσα και ο
πλανήτης θα μεταβληθεί σε ένα τεχνο-γαιο-ανθρώπινο σύστημα. Ο «Άγιος
Βονιφάτιος» (ψευδώνυμο) θα αναδείξει, εξιδανικεύοντας αυτή την προοπτική –που
αποτελεί την αναπόφευκτη έκβαση και κατάληξη του εργαλειακού διαφωτισμού–, την
έλευση της «Κυβέρνιας»:
Η Κυβέρνια είναι ο τόπος όπου η ανθρωπότητα αντικρίζει και αναδύεται από την προνυμφική και προεμβρυακή της κατάσταση. Είναι εκεί όπου, εκρηκτικά και οδυνηρά, ξεπηδάμε από το βιο-μηχανικό καζάνι που θα γίνει ολόκληρη η Γη. [ ] Έχουμε άπληστα τσακίσει τη βιόσφαιρά μας. Ήδη η ρύπανση και η βακτηριδιακή επανεξέλιξη μας δηλητηριάζουν και εμποδίζουν τις ιατρικές θεραπείες. Η ανεπάρκεια πρώτων υλών, τα μειούμενα αποθέματα τροφών και οι κλιματολογικές μεταβολές από την άθλια κακομεταχείριση της Γης πρόκειται να μας φέρουν τις πιο φοβερές καταστροφές και κάνουν επιτακτική την ανάγκη να επιβιώσουμε σε αληθινές συνθήκες κόλασης. Οι επόμενοι λίγοι αιώνες θα είναι ανάλγητοι και απαιτητικοί σε βαθμό που θα γεννήσουν τις πιο επικά ηρωικές σταυροφορίες και τους πιο άθλιους βαμπιρισμούς – κυριολεκτικά αδιανόητες μέχρι τώρα ακρότητες ηρωικής αυτοθυσίας και απελπισμένης κακίας. Μια νέα μυθολογία αληθινής μεταμόρφωσης και πραγματικής ενσάρκωσης του θείου και του δαιμονικού με κυβερνοργανικό προσωπείο θα είναι η ουσία των υπέροχων ιστοριών που θα λέγονται στην Κυβέρνια. Αυτό που θα επιβιώσει θα είναι ικανό να προκαλέσει τον σκοτεινό ουρανό.[ ]
Για να αντέξουμε τη προαιώνια απειλή του κοσμικού σκοταδιού και το μοτίβο της πυρηνικής αποκάλυψης που οι ίδιοι φτιάξαμε, πρέπει να αποκτήσουμε κάποιο είδος ανθεκτικότερης και πιο ευπροσάρμοστης και ευέλικτης σωματικής κατασκευής. Και οι μηχανές μας, τα μεταλλικά μας κράματα, οι ηλεκτρονικοί μας αισθητήρες, τα λεπτεπίλεπτα μικροεργαλεία μας και οι απίστευτες νανοτεχνολογίες μας, όλα αυτά ξυπνούν μέσα στους μηχανισμούς της επιβίωσής μας μια οδυνηρή επιθυμία να ενωθούμε μαζί τους και να τους επιτρέψουμε να ενισχύσουν τα εφήμερα και καταδικασμένα βιολογικά μας σώματα.Βλέπω να έρχεται η εκπλήρωση όλης αυτής της μυθολογίας, όλης αυτής της θρησκευτικής μανίας για μεταγένεση. Για να επιβιώσουμε, γνωρίζουμε συλλογικά και υποσυνείδητα πως πρέπει να νευρομοσχευθούμε, να βιοσυγκολληθούμε και να υπερμορφοποιηθούμε στην πιο στενή συμβίωση με τον βιο-μηχανικό και ηλεκτρονικό κόσμο. Σαν ζωντανός υδράργυρος, να γίνουμε ικανοί να παίρνουμε οποιαδήποτε μορφή ή ψευδοφυσιογνωμία. Τα περιγράμματα του σώματος και του νου και του πνεύματός μας να χύνονται με την ταχύτητα της μεγα-ενισχυμένης σκέψης και βούλησης σε οποιοδήποτε αναγκαίο βιοκαλούπι.[ ]Πρέπει να αφήσουμε πίσω μας τα μαλακά και σπογγώδη σάρκινα κελύφη μας, καθώς και τις αρχές που κυβερνούν την ημίρρευστη αυτή φόρμα. Πρέπει να γίνουμε άκαμπτο βιομέταλλο.
Να υιοθετήσουμε ένα άκαρδο πνεύμα επιβίωσης όπου η ηθικότητα και το έλεος θα εξοστρακιστούν αμείλικτα καθώς θα παλεύουμε να ελέγξουμε και να σταθεροποιήσουμε τη νέα βιο-μηχανική μας κατάσταση ύπαρξης. Η ίδια η Γη, όλο και πιο εχθρική και αντιδραστική στη ρύπανση και τις βιαιότητές μας πάνω της, θα εκκολάψει αυτή τη νέα και τρομερή τάξη ζωής. Αυτό που θα επιβιώσει, θα αδράξει τα άστρα. [ ]Σώματα και εγκέφαλοι, ελαστικοί σαν την κοσμικών διαστάσεων βούληση που θα γεννηθεί από τον κολεκτιβισμό των αλληλοδιεισδυόντων όντων και την υπερμεγέθυνση της ονειρικής, ρευστής και απελευθερωμένης φαντασίας. Ένας ηράκλειος και ολύμπιος κόσμος. Ένας νέος και ανώτερος πολιτισμός, σμιλεμένος από τη βιοδιασπασμένη ενδοχώρα που θα ακολουθήσει τον καταστροφικό αποδεκατισμό αυτής της κουλτούρας στην οποία ζούμε και αναπνέουμε σήμερα υπό προθεσμία μέχρι την έλευση του μεγάλου ισοπεδωτικού κυκλώνα της κυβερνοσάρκας. Ένα είδος κοινωνιοβιολογίας και ιεραρχικαλισμού και οργάνωσης και ελευθερίας του όντος τόσο διαφορετικό και αδιανόητο για τις σημερινές μας νόρμες που καμιά ηθική ή βιολογική σύγκριση δεν είναι επαρκής. Βιοκολεκτίβες και μαζικοί νόες και σύνθετα όντα και ανθρωποαποικίες και ουλτραμορφές και υπεραρχέτυπα και κυβερνοκυψέλες και πολυπυραμιδικοί εγκέφαλοι. Η Κυβέρνια θα είναι ένας τεράστιος και χαοτικός τόπος όπου τίποτα δεν είναι αδύνατο. Ένας πολιτισμός σκαπανέων που μπροστά του ορθώνονται μεγαλόπρεπα τόσα νέα σύνορα που η γραμμική ανθρώπινη σκέψη δεν μπορεί να τα χωρέσει[40].
Η συνειδητοποίηση των διακυβευμάτων
δεν θα μπορούσε να είναι περισσότερο ευκρινής και διάφανη. Από τον
Άριο-υπεράνθρωπο των Ναζί – και τον «θεωρητικό αντιουμανισμό» ορισμένων αφελών
μαρξιστών διανοουμένων– θα περάσουμε στον τεχνολογικό υπεράνθρωπο: «Να
υιοθετήσουμε ένα άκαρδο πνεύμα επιβίωσης όπου η ηθικότητα και το έλεος θα
εξοστρακιστούν αμείλικτα». Δεν είναι βέβαια τυχαίο πως οι Ναζί θα αναπτύξουν
την ευγονική, και θα προωθήσουν πρώτοι τις έρευνες για την κλωνοποίηση,
επιθυμώντας να προσδώσουν μια στέρεη «βιο-τεχνολογική» βάση στα οράματα της
έλευσης του υπεράνθρωπου. Οι μουσικές και οι παρελάσεις της Νυρεμβέργης
αποτελούν το πρελούδιο για την είσοδο του «μετανθρώπου», ο οποίος πλέον δεν θα
έχει ανάγκη από την επιβολή των Αρίων και την εξάλειψη των κατώτερων ειδών δια
πυρός και σιδήρου, αλλά θα διαθέτει τα όπλα της τεχνολογίας για την κατασκευή
του υπερανθρώπου. Η «τεχνο-φασιστική» εκδοχή εμφανίζεται ως απάντηση στην
ερήμωση που προκαλεί η πληθυσμιακή μεγέθυνση και η βιομηχανική επέκταση και γι’
αυτό είναι πολύ εύκολο να εκληφθεί και να προωθηθεί καταλλήλως ως μια
αναπόφευκτη εξέλιξη.
Όπως σημειώνει και ο Τζέρεμι Ρίφκιν, είναι λάθος να ταυτίζουμε τη νέα ευγονική με την περίοδο του ναζισμού στη Γερμανία. Δεν υπάρχει ούτε σκοτεινή συνωμοσία ούτε προσπάθεια δημιουργίας αρίας φυλής. Aπό πλευράς εταιρειών, η επιθυμία είναι να παράγονται προϊόντα που βοηθούν και ευεργετούν τους ανθρώπους – διότι αν δεν τους βοηθούσαν, δεν θα υπήρχαν αγορές. «Βραχυπρόθεσμα, η νέα ευγονική προσεγγίζεται με συμπάθεια, είναι φιλική, ευεργετική. Όμως, μακροπρόθεσμα, μπορεί να δημιουργήσει εξίσου μεγάλα προβλήματα, όπως η παλιά ευγονική».
Στην εποχή του γενετικού σχεδιασμού, ο κάθε γονιός θα έχει την υποχρέωση να φροντίζει για την υγεία του παιδιού του, όχι από τη γέννηση μέχρι τον θάνατο, όπως ίσχυε μέχρι σήμερα, αλλά και από τη σύλληψη μέχρι τον τοκετό. Αυτό επιφέρει μια βασική αλλαγή στη σχέση γονέα-παιδιού. Το παιδί δεν είναι πλέον ευλογία του Θεού, αλλά προϊόν παρέμβασης. «Ο γονιός του είναι ο ευγονιστής, όχι ο Χίτλερ! Όμως στο παιδί μπορεί να μην αρέσει το γενετικό πρότυπο που επέλεξε ο γονιός του...». Ένας άλλος μεγάλος κίνδυνος που απειλεί την κοινωνία της γενετικής μηχανικής είναι εκείνος του γενετικού στιγματισμού και των γενετικών διακρίσεων: «Ο κίνδυνος των γενετικών διακρίσεων είναι τόσο σοβαρός όσο σήμερα των θρησκευτικών, εθνικών ή φυλετικών διακρίσεων. Οι εργοδότες θα θέλουν να γνωρίζουν ποια είναι η γενετική σου σύνθεση προκειμένου να αποφασίσουν για, π.χ., θέματα προαγωγής. Ας υποθέσουμε ότι μεταξύ τριών υποψήφιων οι δύο έχουν γενετική προδιάθεση για καρκίνο, ενώ ο τρίτος όχι. Ποιον θα διαλέξει η επιχείρηση;» [41]
Η δεύτερη εκδοχή αντίδρασης είναι εκείνη του τρόμου και της απορίας μπροστά στο νέο που έρχεται, και το οποίο οδηγεί είτε στη σιγή και τον φόβο μπροστά στις σαρωτικές αλλαγές που ανατέλλουν –δεν είναι τυχαίο πως το ζήτημα του μετανθρώπου δεν συζητείται σχεδόν καθόλου την Ευρώπη, για να μην αναφερθούμε στην Ελλάδα, σε αντίθεση με τις ΗΠΑ– είτε στην αναδίπλωση σε παρωχημένες δοξασίες και πίστεις, την επιστροφή σε κάποιον χρυσό αιώνα του παρελθόντος. Ιδιαίτερα σε μας, στην Ελλάδα, σε μια στιγμή διερώτησης για τη συλλογική μοίρα μας στη νέα χιλιετία, η προσφυγή στο ιστορικό μας παρελθόν παίρνει ακόμα και μορφές καρικατούρας[42]. Αυτή η αναδίπλωση σημαδεύει συχνά τους πιο ευαίσθητους και αξιόλογους ανθρώπους που δεν μπορούν να ανεχθούν τη λογική της ομοιομορφοποίησης και της κυριαρχίας των τεχνημάτων πάνω στον άνθρωπο και απορρίπτουν, χρησιμοποιώντας αποκλειστικά ηθικά κριτήρια, την έλευση ενός τρομακτικού κόσμου. Όμως αρκούν άραγε τα ηθικά κριτήρια για να απαντήσουν σε μια «αδήριτη τεχνο-πραγματικότητα», κατασκευασμένη από πυρίτιο και ριβο-νουκλεϊνικά οξέα που ανατέλλει σε αυτή τη «νέα» χιλιετία;
Είναι άραγε πιθανή ή δυνατή μια τρίτη αντιμετώπιση; Μια επιλεκτική χρήση της τεχνολογίας, η απελευθέρωσή της από την εμπορευματική λογική του «αποτελέσματος», που αποτιμάται σε κέρδος, η αναβάθμιση της ανθρώπινης παράδοσης παράλληλα με την αναφορά στο μέλλον; Γιατί το μεγάλο ερώτημα θα είναι ακριβώς o εξανθρωπισμός του μέλλοντός μας. Έτσι, η καθιέρωση «απαγορεύσεων», παράλληλα με την ανάπτυξη της γνώσης σε κατευθύνσεις που ενισχύουν την ανθρώπινη κοινωνικότητα και αλληλεγγύη, είναι άραγε εφικτή ως η μόνη μη τεχνοφοβική απάντηση στην πρόκληση του μέλλοντος; Ο Μπιλ Τζόυ, στο προαναφερθέν κείμενό του, τονίζει πως:
Η πιστοποίηση της αποχής από συγκεκριμένες μορφές της νανοτεχνολογίας, της ρομποτικής και της γενετικής τεχνολογίας δεν μπορεί να περιοριστεί στις υλικές εγκαταστάσεις, θα πρέπει να επεκταθεί και στον κυβερνοχώρο. Το κρίσιμο ζήτημα είναι να γίνει αποδεκτή η εφαρμογή των απαραίτητων μέτρων διαφάνειας σε έναν κόσμο όπου κυριαρχεί το μοντέλο των ιδιόκτητων πληροφοριών. Κάτι τέτοιο θα μπορούσε ενδεχομένως να πραγματοποιηθεί με τη θέσπιση νέων μορφών προστασίας της πνευματικής ιδιοκτησίας.
[ ] Η αποχή από τις επικίνδυνες τεχνολογίες δεν θα μπορέσει να γίνει πράξη αν οι επιστήμονες και οι μηχανικοί δεν υιοθετήσουν έναν αυστηρό κώδικα δεοντολογίας, έναν κώδικα όπως ο όρκος του Ιπποκράτη, και αν δεν έχουν το κουράγιο να εναντιωθούν, όποτε αυτό είναι απαραίτητο, ακόμη και με υψηλό προσωπικό κόστος. [ ] Στον 21ο αιώνα, αυτό απαιτεί επαγρύπνηση και προσωπική υπευθυνότητα εκ μέρους όλων όσοι εργάζονται τόσο στις πυρηνικές, βιολογικές και χημικές τεχνολογίες όσο και στη γενετική, τη νανοτεχνολογία και τη ρομποτική, προκειμένου να αποφευχθούν η δημιουργία όπλων μαζικής καταστροφής, αλλά και η γνώση που θα καθιστούσε εφικτή τη μαζική καταστροφή[43].
Είναι ωστόσο
προφανές πως μια τέτοια αλλαγή της σχέσης με την τεχνολογία και την παράδοση
καθώς και μια λογική προσωπικής υπευθυνότητας των επιστημόνων προϋποθέτει
ριζικές οικονομικές και κοινωνικές αλλαγές. Γιατί, στα πλαίσια του σημερινού
κοινωνικού και ιδεολογικού υποδείγματος, που ωθεί διαρκώς σε μια μεγέθυνση
οιστρηλατούμενη από το κέρδος και την κατανάλωση και όπου ο ανθρώπινος
πληθυσμός και η παραγωγή διευρύνονται, δεν μπορεί να υπάρξει άλλη απάντηση
εκτός από την μετανθρώπινη κατάσταση. Η απλή διατήρηση της ανθρωπικότητάς
μας προϋποθέτει τη ριζική ανατροπή του εργαλειακού διαφωτισμού. Φθάνουμε
πλέον στο όριο της μετάλλαξης. Και θα πρέπει να αποφασίσουμε.
Θα πρέπει κατ’ αρχάς να απορρίψουμε διαρρήδην τη λογική πως η τεχνολογία είναι «ουδέτερη» και το μόνο πρόβλημα έγκειται στην «καλή» ή «κακή» χρήση της, όπως ισχυρίζεται ο τεχνοστρόφος «προοδευτισμός». Και βέβαια, η τεχνολογία δεν είναι ουδέτερη. Αναπτύσσεται πάντα προς τις κατευθύνσεις που επιτάσσει το κυρίαρχο επιστημονικό παράδειγμα και το κυρίαρχο κοινωνικό και οικονομικό μοντέλο. Αρκεί να αναφέρουμε μερικά παραδείγματα: Η έρευνα για τις εναλλακτικές και ανανεώσιμες πηγές ενέργειας, που είχε αναπτυχθεί στα μέσα της δεκαετίας του 1980, ως συνέπεια της ανόδου της τιμής του πετρελαίου, στη δεκαετία του 1990 καρκινοβατούσε εξ αιτίας της… πτώσης των τιμών! Η έρευνα για τα μαζικά μέσα μεταφοράς έχει κυριολεκτικά καταποντιστεί ενώ αναπτύσσεται εκείνη για το ιδιωτικό αυτοκίνητο. Στην ιατρική αναπτύσσεται και χρηματοδοτείται η έρευνα για τις μεταμοσχεύσεις και όχι βέβαια για τις επιδημίες που μαστίζουν τον Τρίτο Κόσμο. Τέλος, τα πυρηνικά εργοστάσια προτιμούνταν από τα πιο συγκεντρωτικά κράτη γιατί απαιτούν την ύπαρξη ενός συγκεντρωτικού μοντέλου διαχείρισης, ενώ αντίθετα, οι ανεμογεννήτριες και τα ηλιακά οδηγούν σε διάχυση των ενεργειακών πηγών και της εξουσίας κ.ο.κ.
Κατά συνέπεια, ενώ δεν είναι δυνατόν να απορρίψουμε τη χρήση της τεχνολογίας και τις επιστημονικές ανακαλύψεις που βρίσκονται στο υπόβαθρο των μετεξελίξεών της, το τεχνολογικό τζίνι θα ήταν δυνατό να ξαναπεράσει κάτω από τον έλεγχο της κοινωνίας μόνον εάν έπαυε να οιστρηλατείται από τη βουκέντρα του κέρδους και της μεγέθυνσης. Μόνο εάν οι επιλογές των ανθρώπων στρέφονταν εκ νέου προς μια κοινωνιοκεντρική κατεύθυνση, η τεχνολογία θα προσέφερε ίσως μία λύση, όπου η ηθική, οικολογική και κοινωνική εξέλιξη θα τιθάσευε την οικονομο-τεχνοκρατική παρεκτροπή. Ο Ρίφκιν, ως προς τη βιοτεχνολογία και τις εφαρμογές της είναι αρκετά σαφής, εμπνεόμενος από τη «μαλακή» χρήση της τεχνολογίας που είχαν αναπτύξει οι παλαιότεροι πολιτισμοί, πριν από τον καπιταλισμό:
Κοιτάξτε, η νέα βιολογία θα μπορούσε είτε να αποτελέσει ένα εργαλείο για την αναγέννηση της ανθρώπινης κοινωνίας, είτε ένα μέσο για την καταστροφή της. Υπάρχει αφ’ ενός ο «σκληρός» δρόμος των «διορθωτικών» παρεμβάσεων, που ακολουθούν οι περισσότεροι μοριακοί βιολόγοι, και αφ’ ετέρου ο «μαλακός» τρόπος, που διερευνά τις σχέσεις ανάμεσα στις γενετικές μεταλλάξεις και τις περιβαλλοντικές αλλαγές. Ο πρώτος, ο σκληρός δρόμος, ισοδυναμεί με αναγωγισμό...
Επιτρέψτε μου να αναπτύξω τον «μαλακό» δρόμο, που θεωρώ ότι αποτελεί την εναλλακτική χρήση της βιοτεχνολογίας. Το 70% των ασθενειών που προσβάλλουν τους κατοίκους των πλούσιων χωρών είναι ασθένειες των πλουσίων: άγχος, καρδιακές προσβολές, διαβήτης κτλ. Γνωρίζουμε ότι το 70% αυτών των ασθενειών βασίζονται σε γενετική προδιάθεση, που ενεργοποιείται από περιβαλλοντικά ερεθίσματα. Γνωρίζουμε επίσης ότι αυτά τα γονίδια μπορεί να μην ενεργοποιηθούν ποτέ αν ακολουθήσουμε μια συγκεκριμένη δίαιτα ή τρόπο ζωής. Όλοι, π.χ., οι άνδρες γνωρίζουν σήμερα ότι, αν τρώνε τρεις φορές την εβδομάδα σάλτσα ντομάτας, δεν θα πάθουν καρκίνο του προστάτη. Αυτό που προτείνω είναι να χρησιμοποιήσουμε τις τεράστιες γνώσεις που μας παρέχει η σύγχρονη βιοτεχνολογία, για να βελτιώσουμε την πρόληψη, αντί να ακολουθήσουμε τον «σκληρό» δρόμο της διόρθωσης του γενετικού μας εξοπλισμού. Σε δέκα χρόνια από σήμερα, ο καθένας θα έχει τη δυνατότητα χαρτογράφησης του γονιδιώματός του. Θα γνωρίζουμε τη γενετική μας προδιάθεση για κάθε αρρώστια. Θα μπορούμε να προσδιορίζουμε έτσι π.χ. συγκεκριμένες δίαιτες για κάθε άτομο που θα ταιριάζουν με το γενετικό του μηχανισμό και θα απομακρύνουν την πιθανότητα να ενεργοποιηθούν οι γενετικές προδιαθέσεις του...
Μόνο σε ακραίες περιπτώσεις θα προσέφευγα στον «σκληρό» δρόμο, χρησιμοποιώντας τα γενετικά φάρμακα, ορισμένα από τα οποία είναι ομολογουμένως εκπληκτικά. Θα δεχόμουν επίσης τη σωματική θεραπεία, όπου η επέμβαση γίνεται μόνο στα σωματικά κύτταρα και οι γενετικές μεταβολές δεν μεταβιβάζονται στους απογόνους. Όμως δεν δέχομαι σε καμία περίπτωση τη θεραπεία της αναπαραγωγικής σειράς, όπου οι γενετικές μεταβολές γίνονται στο σπέρμα, στο ωάριο και στα εμβρυακά κύτταρα και περνούν σε όλες τις μελλοντικές γενιές[44].
Μια τέτοια λογική φαίνεται να
πρυτανεύει στους κόλπους ενός αυξανόμενου ποσοστού θεραπευτών και γιατρών, που
επανεισάγουν –ή μάλλον επιχειρούν να το κάνουν– στη «σκληρή» δυτική ιατρική
τόσο την ιπποκρατική αντίληψη της ψυχοσωματικής ασθένειας, τις αρχές μιας
υγιεινής ζωής, ως στοιχείο πρόληψης πριν νοσήσει ο οργανισμός, όσο και τις
θεραπευτικές μεθόδους των ανατολικών και των «πρωτογόνων» λαών. Και μόνον σε
ακραίες περιπτώσεις ασθένειας και ανάγκη χειρουργικής επέμβασης, επιλέγουν την
προσφυγή στις μεθόδους της σκληρής ιατρικής. Μια τέτοια αντίληψη δεν επιτελεί
μόνο μια τεράστια οικονομία μέσων (ο τομέας της υγείας είναι ο ταχύτερα
αναπτυσσόμενος βιομηχανικός τομέας στις αναπτυγμένες δυτικές κοινωνίες, ενώ
ξεπερνάει στις ΗΠΑ το 15% του ΑΕΠ) και ανθρώπινου πόνου, αλλά απορρίπτει την
εργαλειακή και μηχανοκεντρική αντίληψη του ανθρώπινου οργανισμού που εισήγαγε ο
διαφωτισμός – το ανθρώπινο σώμα ως μηχανή του Καρτέσιουή του Λα Μετρί. Και,
mutatis mutandis, το ίδιο παρατηρείται σε μια πληθώρα τομέων και δραστηριοτήτων:
Η οργανική γεωργία, που αναπτύσσεται παράλληλα και ανταγωνιστικά με την
εισαγωγή των γενετικά τροποποιημένων οργανισμών, χρησιμοποιεί εξελιγμένη αλλά
«μαλακή» τεχνολογία για την καταπολέμηση των ζιζανίων ή των ασθενειών –π.χ.
έντομα και όχι φυτοφάρμακα– και βασίζεται στην υψηλή ποιοτική παραγωγή έναντι
της ποσοτικοποιημένης βιομηχανικής γεωργίας, ενώ μόνο σε έσχατη περίπτωση
καταφεύγει σε κλασικά ζιζανιοκτόνα, κλπ, κλπ.
Με βάση αυτή την
αρχή, μπορούμε να φανταστούμε μια επιστημονική και τεχνολογική ανάπτυξη που δεν
θα οδηγεί στον Θαυμαστό Καινούργιο Κόσμο του Χάξλεϋ και σε πειράματα με
το γονιδιακό υλικό του ανθρώπου, αλλά στην εξάλειψη της άχρηστης και «βάναυσης»
εργασίας προς όφελος των πιο δημιουργικών και αυτό-εμπλουτιστικών
δραστηριοτήτων. Χωρίς την απόρριψη της λογικής της ανάπτυξης και της
μεγέθυνσης, ο «μετάνθρωπος» θα ανακύψει ως αδήριτη αναγκαιότητα, με όλες τις
στρεβλώσεις που αυτό συνεπάγεται. Όσο δε για την πιθανή είσοδο σε νέους
επιστημονικούς πειραματισμούς, αυτή θα μπορούσε να πραγματοποιηθεί μόνο μετά
από δεκάδες ή εκατοντάδες χρόνια, αφού θα ήταν δυνατός ο πλήρης επιστημονικός
και κοινωνικός έλεγχος των συνεπειών αυτών των πειραματισμών.
Στο,
παροξυστικά «υπέρ»διαφωτιστικό, δίλημμα, Λόγος έναντι Ανθρώπου, ο Λόγος
αποσπάται από τον ίδιο τον Άνθρωπο και αντιπαρατίθεται ευθέως σε αυτόν, και,
όπως θα τονίσει και ο Στέλιος Ράμφος,
οδηγείται «επέκεινα του είναι»:
Ὅσο τεχνοδομεῖται ὁ κόσμος τόσο πνευματώνεται καθὼς ἀφήνει πλέον τὴν σφαίρα τῶν αἰσθήσεων γιὰ ἐκείνη τῶν μαθηματικῶν σχέσεων, ἡ δυναμικὴ τῶν ὁποίων τρέπει τὶς ὑλικὲς μάζες σὲ ἐνέργεια. Ἡ ψηφιακὴ τεχνολογία... ὁδηγεῖ ἀπὸ κοινοῦ μὲ τὴν θεωρητικὴ ἔρευνα ἐπέκεινα τοῦ εἶναι[45].
Ο Άνθρωπος του Καρτέσιου, του
Μπέικον, του διαφωτισμού, αντιπαρατέθηκε ως «Λόγος», θεϊκός ή μη, προς τη Φύση
και έθεσε ως στόχο του την υποταγή της. Τώρα πλέον, στην αρχόμενη εποχή της
μηχανοκρατίας και του «μετανθρώπου», ο Άνθρωπος υποβιβάζεται στην ήδη
υποτελή επικράτεια της Φύσεως και ο Λόγος αυτονομείται από τον ίδιο τον
άνθρωπο, ως ένας νέος παντοδύναμος μηχανικός ή κοινωνικός –αδιάφορο πλέον–
θεός. Σημασία έχει ότι ο εργαλειακός (κατά κυριολεξίαν) Λόγος αποσπάται από τον
ίδιο τον άνθρωπο που τον παρήγαγε.
Η «υπερνεωτερικότητα» της μεταμοντέρνας
τεχνοκρατικής εποχής σκοτώνει τον ίδιο τον Άνθρωπο-Λόγο του διαφωτισμού. Έτσι
αποκαλύπτεται πως το σκουλήκι βρισκόταν ήδη στην καρδιά του καρπού.
Ο
διαφωτισμός παρήγαγε έναν σολιψιστικό κόσμο πού έφτασε στα άκρα με τον Φίχτε,
τον Χέγκελ, και τον «μαρξιστικό» Μάρξ– έναν κόσμο που είχε ήδη αντιπαραθέσει
τον άνθρωπο προς τη φύση. Αντιθέτως, ο αρχαίος κόσμος, και ιδιαίτερα ο
αρχαιοελληνικός, θεωρούσε τον άνθρωπο μέσα στη Φύση –τον Κόσμον. η αρχαιοελληνική εκδοχή του «μέτρον απάντων
άνθρωπος» δεν συμπεριελάμβανε τον Κόσμο στην υπέροχη και αδιατάρακτη ολότητά
του, αλλά ίσχυε μόνον για τα συμβεβηκότα του ανθρώπινου κόσμου, που ανήκε στο
«υποσελήνιο» σύμπαν. Επρόκειτο για τη συμπύκνωση μιας μορφής του
αρχαιοελληνικού ανθρωπισμού και όχι προφανώς για κάποια πρόθεση κυριαρχίας επί
της φύσεως. Ο διαφωτισμός διέστρεψε και επεξέτεινε αυτή τη λογική σε κυριαρχία
επί της φύσεως – ο άνθρωπος ως μέτρον απάντων, κυριολεκτικώς, ως η
κορωνίδα της δημιουργίας, ως ο κύριος και κάτοχος της φύσης.
Δεδομένου όμως ότι
ο άνθρωπος, εν τέλει, παραμένει Φύση («δέσμιός της», θα επαναλαμβάνει ένας πανίσχυρος
κοινός τόπος), ο εργαλειακός Λόγος αποσπάται και από τον ίδιο τον άνθρωπο και
βαδίζει σε μια νέα σάρκωση, μηχανοκεντρική. Ο Λόγος αρχικώς θα σαρκωθεί στον
Θεό, εν συνεχεία στον Θεάνθρωπο, με τον Διαφωτισμό στον ίδιο τον Άνθρωπο tout
court, για να φτάσει πλέον να εγκαταλείψει το σάρκινο σκήνωμά του και να
εξέλθει του ίδιου του ανθρώπου. Και δυστυχώς, αυτό το βήμα δεν θα το
πραγματοποιήσουν μόνον, ή απλώς, οι οπαδοί του επερχόμενου μετανθρώπου. Θα έχει
προετοιμαστεί –συχνά ασυνείδητα– από τους οπαδούς του θεωρητικού
αντιανθρωπισμού. Ο Λόγος δεν εγκαταβιώνει στον άνθρωπο, ως μία από τις
ιδιότητες-δυνατότητές του, ως μία από τις παραμέτρους της υποστάσεώς του, αλλά
ενσαρκώνεται σε κάθε είδους μετασυστήματα.
Για έναν ορισμένο
διαφωτισμό και μαρξισμό –τον αλτουσεριανό, αλλά και για τον στρουκτουραλισμό
γενικότερα–, ο «άνθρωπος» δεν υπάρχει, αποτελεί μια κατασκευή, δημιούργημα της
κοινωνικής μηχανικής. πρόκειται για μια ακραία
μορφή ιστορικισμού. Κατά συνέπεια, ο Λόγος
είναι κάτι πέρα από τον συγκεκριμένο άνθρωπο, δημιούργημα των κοινωνικών
μετασυστημάτων. ο άνθρωπος απλώς εκφέρει τον Λόγο –κατ’
αναλογίαν, οι συγγραφείς, για παράδειγμα., δεν «γράφουν» τα βιβλία αλλά
αποτελούν το μέσο για να γραφτούν τα βιβλία[46]! Σε ορισμένες ψυχαναλυτικές
αντιλήψεις, ιδιαίτερα του συρμού στις μέρες μας, η σκέψη μας δεν είναι παρά ο
«Άλλος» που βρίσκεται μέσα μας.
Είναι όντως αληθές
ότι ο άνθρωπος σαν τέτοιος διαμορφώνεται σε μια μακρά περίοδο από έναν
συνδυασμό φυσικών και κοινωνικών παραγόντων, από την εποχή των πρώτων ανθρωπιδών
–πριν έξι εκατομμύρια χρόνια– μέχρι την εποχή μας, και σε μεγάλο βαθμό αποτελεί
δημιούργημα της κουλτούρας. Ωστόσο, αυτή η ιστορικότητα της ανθρωπογένεσης δεν
αναιρεί το γεγονός πως, μετά την εμφάνιση της τελευταίας τουλάχιστον μορφής
του, του homo sapiens, διαθέτουμε για μερικές δεκάδες χιλιάδες χρόνια μια λίγο
πολύ δεδομένη ανθρώπινη φιγούρα, η οποία, όσο και εάν συνεχίζει να
μεταβάλλεται, βάσει των κοινωνικών εξελίξεων[47], εξακολουθεί να διαθέτει
σταθερά ανθρωπολογικά χαρακτηριστικά. Και ένα από αυτά είναι ο «Λόγος» ο οποίος
δεν βρίσκεται έξω από τον άνθρωπο – είτε πρόκειται για κάποιον τιμωρό Θεό που
του στερεί το χάρισμα του Λόγου, είτε για κάποια κοινωνική δομή, η οποία
επιφορτίζεται με ευνουχιστικές θεϊκές ιδιότητες, είτε, τέλος, για κάποια μηχανική
δομή. Ο «θεωρητικός αντιανθρωπισμός» δεν έκανε τίποτε άλλο από το να αναπαράγει
ένα σχήμα το οποίο καθαγιάζει την υποδούλωση του ανθρώπου και επιτρέπει τον
διαχωρισμό Ανθρώπου και Λόγου.
Η αντιπαράθεση λοιπόν του ανθρώπου με τη φύση καταλήγει στην έσχατη ύβρη της αντιπαράθεσης του ανθρώπου με τον Λόγο. Ύβρη απέναντι στην οποία μόνο μία αντίστροφη κίνηση είναι δυνατή, η ανασύνδεση του ανθρώπου με τη φύση και η αντιμετώπιση του λόγου ως μορφής της εξέλιξης της ίδιας της φύσεως – αν αναχθούμε σε ένα επίπεδο αφαίρεσης τέτοιο που να θεάται τη φύση ως σύνολο και να εντάσσει τον άνθρωπο ως μέρος σε αυτή.
[Βεβαίως σε ένα
κατώτερο μεθοδολογικά πεδίο, εκείνο του κόσμου του ανθρώπου, η ταύτιση Φύσεως
και Λόγου οδηγεί σε έναν εξ ίσου περιοριστικό και αναγωγιστικό μονισμό˙ ωστόσο,
ανάμεσά τους δεν υψώνεται κάποιο σινικό τείχος, αλλά αναδεικνύεται μία δυαδικότητα
η οποία επιτρέπει στην ανθρωπικότητα, ως ιδιαίτερη σχέση λόγου και
φύσεως, ιδωμένης από τη σκοπιά της ανθρώπινης μερικότητας, να συνεχίσει να
εκδιπλούται.]
Στις
μέρες μας, πλέον, αυτός ο εξωτερικός, έναντι του Ανθρώπου, Λόγος, παύει πλέον
να είναι κατ’ εξοχήν θεολογικός, κοινωνικός, ή… ψυχαναλυτικός και φιλοσοφικός,
όπως συνέβαινε στο μεγαλύτερο μέρος του 20ού αιώνα και τείνει να
γίνει μηχανικό-τεχνολογικός, ως έκφραση πλέον του νέου τεχνολογικού
μεσσιανισμού.
Καθίσταται λοιπόν
βέβαιο ότι οι συγκρούσεις και οι αντιπαραθέσεις της χιλιετίας στην οποία έχουμε
ήδη εισέλθει θα έχουν ως επίδικο αντικείμενο την κατεύθυνση και τη χρήση της
τεχνολογίας. Παραφράζοντας τον Μαρξ, θα μπορούσαμε να πούμε πως η πάλη των
τάξεων θα μεταβληθεί σε πάλη για την κατεύθυνση και τη χρήση της τεχνολογίας,
ώστε να μη φθάσει να γίνει, όπως την περιγράφει η επιστημονική φαντασία, μία
πάλη ανάμεσα στον άνθρωπο και τον μετάνθρωπο, ανάμεσα στον άνθρωπο και τη
μηχανή. Σε μια κοινωνία όπου οι άνθρωποι έχουν υποκατασταθεί, στην κορωνίδα της
εξέλιξης, από τις μηχανές –μας λέει ο κυριολεκτικά προφητικός Άγγλος συγγραφέας
Σάμιουελ Μπάτλερ, ήδη το 1872, όταν έγραψε το μυθιστόρημά του για τη μυθική
νήσο του Erewhon (Nowhere, πουθενά)[48]– οι Ερεχονιανοί
υποχρεώθηκαν εν τέλει να καταστρέψουν τις περισσότερες από τις μηχανές τους για
να διατηρήσουν την ανθρωπικότητά τους.
[1] Ο
Τάλως ήταν μια μηχανική κατασκευή, το πρώτο «ρομπότ» στην παγκόσμια
ιστορία. Σύμφωνα με την επικρατέστερη μυθολογική εκδοχή, κατασκευάστηκε από τον
Ήφαιστο κατ’ εντολήν του Δία, ο οποίος τον χάρισε στο Μίνωα για να φυλάει την
Κρήτη. Ήταν κατασκευασμένος από μπρούντζο και διέθετε μία και μοναδική φλέβα, η
οποία ξεκινούσε από τον λαιμό και κατέληγε στον αστράγαλό του, όπου ένα χάλκινο
καρφί έκλεινε την έξοδό της. Μέσα στη φλέβα του Τάλω κυλούσε ο ιχώρ, δηλαδή «το αίμα των
αθανάτων», θείο υγρό που του έδινε ζωή. Κύριο έργο του Τάλω ήταν να διατρέχει
όλες τις ακτές της Κρήτης τρεις φορές την ημέρα, να ρίχνει βράχους στα εχθρικά
πλοία, να σκοτώνει τους εισβολείς και επί πλέον να περιφέρεται στο εσωτερικό
του νησιού μεταφέροντας από χωριό σε χωριό τους νόμους που θεσμοθετούσε ο
Μίνωας. Τους εισβολείς εξόντωνε αγκαλιάζοντάς τους, ενώ ταυτόχρονα πυρακτωνόταν
–άγνωστο πως– και τους κατέκαιγε. Ο «θάνατός» του επήλθε όταν, από την Κρήτη,
περνούσαν οι Αργοναύτες και ο Ποίας, πατέρας του Φιλοκτήτη, τόξευσε το
χάλκινο καρφί στη φτέρνα του Τάλω, το οποίο βγήκε από τη θέση του και χύθηκε ο
ιχώρ. Δηλαδή, σύμφωνα με τη μυθολογία, ο Τάλως αποτελούσε ένα είδος «κύβοργου».
[2] Αξίζει να σημειώσουμε πως ο
ναζισμός δεν υπήρξε ένα αυθεντικό ρομαντικό ρεύμα, παρά τα αντιθέτως
υποστηριζόμενα και τις υπαρκτές αλλά δευτερεύουσες ρομαντικές εκλάμψεις του
(Έτσι ο Φ. Τερζάκης στα Αποσπάσματα μιας φιλοσοφίας της φύσης, και
ιδιαίτερα το κεφάλαιο «Η ρομαντική φύση» σσ. 59-71, συνδέει τον ρομαντισμό με
τον ναζισμό, εκδ. Natura). Ο ναζισμός
επεχείρησε μάλλον να «ρομαντικοποιήσει» τη μηχανή και γι’ αυτό –ορθά– ο Λιονέλ
Ρισάρ και ο Τζέφρεϋ Χερφ επινόησαν και χρησιμοποίησαν τον όρο «αντιδραστικός
μοντερνισμός». [Βλ. Jeffrey Herf, Αντιδραστικός μοντερνισμός, τεχνολογία, κουλτούρα
και πολιτική στη Βαϊμάρη και το Γ΄ Ράϊχ, Πανεπιστημιακές Εκδόσεις Κρήτης,
Ηράκλειο, 1996 και Lionel Richard, D’une apocalypse à l’autre: Sur
l’Allemagne et ses productions intellectuelles de Guillaume II aux années vingt, 10/18 Παρίσι 1976]
[3] Σπύρος Μάνδρος, «Ο νέος μύθος για τον μετάνθρωπο», από το ηλεκτρονικό
περιοδικό Μεταθέσεις [www.meta.gr ].
[4] Σπύρος Μάνδρος, ό.π.
[5] Σπύρος Μάνδρος, ό.π.
[6] Βλ. Κωνσταντίνος Πάγκαλος (καθηγητής ιατρικής - γενετιστής), «Νέα
Γενετική - Νέα Ευγονική;» Εισήγηση στο Συνέδριο «Αρχές και αξίες για την
οικοδόμηση της Ευρώπης», Ξενοδοχείο Divani Caravel, Αθήνα 4-6 Μαΐου 2003.
[7] Η επερχόμενη τεχνολογική μοναδικότητα του
Vernor Vinge, της Μαθηματικής Σχολής του Πολιτειακού Πανεπιστημίου του San
Diego (Μετάφραση Σπ. Μάνδρος) παρουσιάστηκε αρχικά στο Συμπόσιο VISION-21, που
έγινε με χορηγία του Ερευνητικού Κέντρου Lewis της NASA και του Ινστιτούτου
Αεροδιαστημικής του Οχάιο, στις 30-31 Μαρτίου 1993. Σύμφωνα με τον Vinge, εντός
τριάντα ετών, θα έχουμε τα τεχνολογικά μέσα για να δημιουργήσουμε υπερανθρώπινη
νοημοσύνη. Κατά συνέπεια πολύ σύντομα, μετά απ’ αυτό, θα λάβει τέλος και η
ανθρώπινη περίοδος της πλανητικής ιστορίας.
[8] Βλέπε Eric Drexler, Engines
of Creation, Anchor, Reprint edition, 1987 και Eric Drexler, Chris Peterson,
Gayle Pergamit,
Unbounding the Future: The Nanotechnology
Revolution, Harpercollins, 1993 καθώς και τα άρθρα που δημοσιεύτηκαν στο ηλεκτρονικό περιοδικό Μεταθέσεις:
Kai Wu, «Η επιστροφή του Προμηθέα, Νανοτεχνολογία:
Η επόμενη βιομηχανική επανάσταση», μτφρ Σπ. Μάνδρος και Michael
S. Wisz «Η υπόσχεση της
νανοτεχνολογίας», μτφρ Σπ. Μάνδρος, www.meta.gr .
[9] Η νανοτεχνολογία αναφέρεται σε
μοριακά και ατομικά μεγέθη και έχει ως μονάδα μέτρησης το νανόμετρο, δηλ. το
ένα εκατομμυριοστό του μέτρου.
[10] Η μοριακή ηλεκτρονική, που συχνά ονομάζεται και moletronics,
περιλαμβάνει τη μελέτη και εφαρμογή των μοριακών δομικών μονάδων για την
κατασκευή ηλεκτρονικών εξαρτημάτων. (Βλ. https://sites.google.com/site/nanotechnologygrsite/moriake-elektronike)
[11] Το ένα TeraFLOP αντιστοιχεί με ένα τρισεκατομμύριο υπολογιστικές
πράξεις ανά δευτερόλεπτο.
[12] Ο Γκόρντον Μουρ, ο ιδρυτής της μεγάλης εταιρείας ηλεκτρονικών «Ιντέλ»,
προέβλεψε το 1965 πως η δύναμή των υπολογιστών
θα διπλασιαζόταν κάθε δύο χρόνια. Η πρόβλεψή του επαληθεύτηκε και το 2000
ο Pentium 4 διέθετε 42 εκατομμύρια τρανζίστορ ενώ, πριν από 35 χρόνια, ο 4004
διέθετε μόλις 2.250 τρανζίστορ. Η επαλήθευση της πρόβλεψης θεωρήθηκε πως μπορεί
να στοιχειοθετήσει τη διατύπωση ενός αντίστοιχου «νόμου», που απεκλήθη «Νόμος
του Μουρ».
[13] Hans Moravec, Mind Children: The Future of Robot and Human
Intelligence, Χάρβαρντ, Harvard University Press, 1990.
[14] Το ένα PetaFLOP αντιστοιχεί με χίλια τρισεκατομμύρια υπολογιστικές
πράξεις ανά δευτερόλεπτο ή χίλια TeraFLOP.
[15] http://www.china.org.cn/top10/2013-06/21/content_29187340.htm
[16] Βλέπε Hans P. Moravec, Robot: Mere Machine to Transcendent Mind, Oxford
University Press, 1998.
[17] Επίσης, Hans Moravec, Mind Children: The Future of Robot and
Human Intelligence, Χάρβαρντ, Harvard University Press, 1990.
[18] Βλέπε Ray Kurzweil, The Age of Spiritual Machines: When
Computers Exceed Human Intelligence, Penguin Putnam 2000, καθώς και Jay W. Richards, George F. Gilder,
Ray Kurzweil, Thomas
Ray, John Searle, William Dembski, Michael
Denton, Are We Spiritual Machines?: Ray Kurzweil vs. the Critics of
Strong A.I., Discovery Institute, 2002
[19] Ο Μόραβετς είναι πρωτοπόρος στην ανάπτυξη ανεξάρτητων κινούμενων
ρομπότ και χρηματοδοτείται από τη NASΑ, το Ναυτικό και την Υπηρεσία
Προγραμμάτων Εξελιγμένων Ερευνών του Υπουργείου Άμυνας, ενώ ο Κουρτσβάιλ έχει
κατακτήσει το Εθνικό Βραβείο Τεχνολογίας των ΗΠΑ, το 1999, και έχει
κατασκευάσει τα πιο εξελιγμένα συστήματα οπτικής αναγνώρισης κειμένων.
[20] Βλέπε τα σχετικά κείμενα του καθηγητή πολιτικών επιστημών Charles T.
Rubin, «Artificial Intelligence and Human Nature,» The New Atlantis,
τεύχος 1, Άνοιξη 2003, σσ. 88-100 και του Nadrian C. Seeman,
«Nanotechnology and the Double Helix», Scientific American, Ιούνιος
2004, σσ. 35-43.
[21] Gregory S. Paul, Earl Cox, Beyond
Humanity: Cyberevolution and Future Minds,Charles River Media, 1996. Ο Gregory S. Paul είναι παλαιοντολόγος και τα σχέδιά του για τους
δεινοσαύρους χρησιμοποιήθηκαν στην κινηματογραφική ταινία Jurassic Park. Ο Earl
Cox είναι ένας από τους γκουρού των νέων τεχνολογιών και ιδρυτής του «The Metus
Systems Group».
[22] Βλ. Για πρώτη φορά από Ισραηλινούς επιστήμονες το 2001 http://www.physics4u.gr/news/2001/scnews379.html.
Βλέπε στο περιοδικό Science για τις πιο πρόσφατες εξeλίξεις, του 2011, http://www.sciencemag.org/content/332/6034/1156.
[23] Ένα γραμμάριο DNA έχει τη δυνατότητα να αποθηκεύσει εξίσου μεγάλο όγκο
πληροφοριών με ένα τρισεκατομμύριο CD. Επιπλέον, στις βιοχημικές αντιδράσεις
τους, που λαμβάνουν χώρα σε εξαιρετικά μικρή επιφάνεια, οι εκατοντάδες
τρισεκατομμύρια κλώνοι του DNA «εργάζονται» ταυτόχρονα, δημιουργώντας ένα
σύστημα παράλληλης επεξεργασίας, με δυνατότητες μεγαλύτερες και από αυτές των
πλέον σύγχρονων υπερυπολογιστών. Βλέπε Ημερησία / Πρίσμα, τεύχος 46,
22-23 Ιανουαρίου 2000.
[24] Οι οποίοι αυτοαποκαλούνται τρανσουμανιστές ή και εξτροπιανοί. Ο
τρανσουμανισμός, σύμφωνα με τον Max More, μπορεί να οριστεί ως μια «φιλοσοφία ζωής καθοδηγημένη από αρχές και
αξίες που προάγουν τη ζωή, η οποία επιδιώκει μέσω της επιστήμης και της τεχνολογίας
τη συνέχιση και επιτάχυνση της εξέλιξης της νοήμονος ζωής πέρα από την τρέχουσα
ανθρώπινη μορφή και τους περιορισμούς της». Για την Natasha Vita More, ο
τρανσουμανισμός «είναι η δέσμευση να ξεπεράσουμε τα ανθρώπινα όρια σε όλες τους
τις μορφές: Παράταση του μέσου όρου ζωής, επαύξηση της ευφυΐας, συνεχής αύξηση
της γνώσης, εξασφάλιση πλήρους ελέγχου της προσωπικότητας και ταυτότητάς μας
και δημιουργία της ικανότητας να εγκαταλείψουμε αυτό τον πλανήτη. Οι
τρανσουμανιστές επιδιώκουν να εξασφαλίσουν αυτούς τους στόχους μέσω του Λόγου,
της επιστήμης και της τεχνολογίας». [
Βλέπε
Σπ. Μάνδρος, ό.π.]
[25] Roger Penrose, Martin Gardner, The Emperor’s New Mind: Concerning
Computers, Minds, and the Laws of Physics, Oxford University Press, [πρώτη έκδοση 1989, αναθεωρημένη το 2002]. O Roger Penrose,
φυσικομαθηματικός, καθηγητής στο Πανεπιστήμιο της Οξφόρδης, έχει γράψει ανάμεσα σε άλλα και τα εξής βιβλία:
Shadows of the Mind, A Search for the Missing Science of Consciousness
(1994)˙ (μαζί με τον
Stephen Hawking) The Nature of Space and Time (1996)˙ και μαζί με τους Abner Shomony, Nancy Cartwright,
Stephen Hawking, Malcolm
Longair, The Large, the Small and the Human Mind (2000).
[26] Roger Penrose «Consciousness Involves
Noncomputable Ingredients», στο John Brockman The
Third Culture: Beyond the Scientific Revolution, Νέα Υόρκη, Simon &
Schuster, 1995. Στην ίδια κατεύθυνση, της αδυναμίας της
τεχνητής νοημοσύνης να προσεγγίσει την πολυπλοκότητα του ανθρώπινου νου, βλ.
στα ελληνικά, Charles Jonscher, Δικτυωμένη ζωή, εκδ. Κριτική, Αθήνα
2003.
[28] Βλέπε Judy Jones, William Wilson, An Incomplete Education, Ballantine
Books, αναθεωρημένη έκδοση
1995 και Douglas
R. Hofstadter, Gödel,
Escher, Bach: An Eternal Golden Braid, Basic Books, έκδοση της εικοσαετηρίδας, 1999.
[29] Βλέπε για την ευγονική και τις εφαρμογές της στη Γερμανία και τη Μεγάλη Βρετανία: Benno Müller-Hill,, Murderous
Science: Elimination by Scientific Selection of Jews, Gypsies, and Others,
Germany 1933-1945, Oxford University Press, Νέα Υόρκη, 1988˙ Stefan Kühl, The Nazi Connection:
Eugenics, American Racism, and German National Socialism. Oxford University
Press, Νέα Υόρκη, 1994˙ Sheila Faith Weiss, Race Hygiene and National Efficiency: The
Eugenics of Wilhelm Schallmayer, University of California Press, Μπέρκλεϋ 1987˙ Greta Jones, Social Hygiene in
Twentieth Century Britain, Croom Helm, Λονδίνο 1986˙ Pauline M.H. Mazumdar, Eugenics, Human
Genetics, and Human Failings: The Eugenics Society, Its Sources and Its Critics
in Britain, Routledge, Λονδίνο, 1992.
[30] Naomi Schaefer, «The Legacy of Nazi Medicine,»
The New Atlantis, Τεύχος 5, Άνοιξη 2004, σσ. 54-60.
[31] Βλ. Washington Post 29 Αυγούστου 1997, Irish Times 30 Αυγούστου 1997, Gunnar Broberg, Nils Roll-Hansen «Eugenics
and the Welfare State Norway, Sweden, Denmark, and Finland», The Observer, 24
Αυγούστου 1997, Steve James, «Social Democrats implemented measures to forcibly
sterilise 62,000 people», World Socialist Web Site wsws.org.
[32] Βλ. Τάκης Φωτόπουλος «Η “ουδετερότητα” της
επιστήμης και η ...σοσιαλιστική ευγονική», Ελευθεροτυπία, 22 Σεπτεμβρίου
1997.
[35] Ο Μπιλ
Τζόυ –ο οποίος αποτελούσε έναν από τους πιθανούς υποψήφιους παραλήπτες των
παγιδευμένων με εκρηκτικά επιστολών που έστελνε ο Καζίνσκι και του οποίου ήδη
ένας φίλος είχε σκοτωθεί από βόμβα του Unabommber– ανακάλυψε έκπληκτος,
διαβάζοντας το Μανιφέστο του, πως οι απόψεις του Καζίνσκι ήταν ταυτόσημες με
τις δικές του.
[36] Βλ. Bill Joy. «Why the future doesn’t need us.
Our most powerful 21st century technologies - robotics, genetic engineering,
and nanotech - are threatening to make humans an endangered species». Περιοδικό Wired, Τεύχος 8ης Απριλίου
2000. [Το άρθρο έχει μεταφραστεί στα ελληνικά στο περιοδικό RAM, τον
Δεκέμβριο του 2000.] Ο Bill Joy υπήρξε συνιδρυτής και επικεφαλής του
Επιστημονικού Τμήματος της Sun Microsystems, από την οποία παραιτήθηκε το 2003,
προήδρευσε στην κυβερνητική επιτροπή των ΗΠΑ για το μέλλον της έρευνας στην
πληροφορική και είναι ο εμπνευστής των προδιαγραφών της γλώσσας Java.
[38] Σπύρου Μάνδρου, ό.π.
[39] Βλέπε το απόσπασμα από το βιβλίο του Στ. Ράμφου, Έλληνες και ταλιμπάν, (σσ. 96-99, Αρμός 2002) για τον άνθρωπο
που «ἀφήνει τὴν λογικὴ τῆς γενέσεως καὶ τῆς φθορᾶς καὶ μπαίνει στοὺς
ρυθμοὺς τῆς διαρκοῦς μεταμορφώσεως. Δὲν εἶναι ἀντικείμενο τοῦ χρόνου καὶ τοῦ
γίγνεσθαι ἀλλὰ ὑποκείμενο καὶ συνδημιουργός τους.»
Αντιστρόφως ο Σπύρος Μάνδρος στη νεωτερη συγγραφική παραγωγή του υποβάλει πλέον
σε αυστηρή κριτική κάθε τεχνοκεντρική λογική.
[40] Saint Boniface (ψευδώνυμο) «Κυβέρνια: Το κάλεσμα του μέλλοντος» Μετάφραση: Σπύρος
Μάνδρος από το ηλεκτρονικό περιοδικό Μεταθέσεις, [www. meta.gr ].
[42] Χαρακτηριστική περίπτωση το ιδεολογικό κράμα αρχαιολατρίας και πίστης
στον μετάνθρωπο που αποτελεί ένα μεγάλο μέρος της ιδεολογίας των λεγόμενων
«δωδεκαθεϊστών», που αναφέρονται στους αρχαίους Έλληνες ως εξωγήινους, ή στην
απάτη της λεγόμενης «ομάδας Ε», Ελλήνων υπερανθρώπων που θα σώσουν την Ελλάδα
από οποιαδήποτε απειλή. (Βλέπε και περ. Άρδην, τεύχ. 35, Απρίλιος 2002).
[44] Συνέντευξη του Τζερεμυ Ρίφκιν, Ελευθεροτυπία, Δευτέρα 18
Δεκεμβρίου 2000.
[45] Στέλιος Ράμφος, Ιστορία
στην κόψη του χρόνου, Καστανιώτης, Αθήνα 2000, σσ. 22-23.
[46] Βλέπε Νάσος Βαγενάς, Μεταμοντερνισμός και λογοτεχνία, Πόλις,
Αθήνα 2002, όπου ασκείται κριτική στην άποψη την οποία υποστηρίζουν οι πρώην
στρουκτουραλιστές και νυν αποδομιστές σύμφωνα με την οποία «ο συγγραφέας δεν
μπορεί να εκφράσει τίποτε από αυτά που επιθυμεί να πει, γιατί μετατρέπεται κατά
την πράξη της γραφής σε ένα απλό όργανο, έναν ενδιάμεσο, που εκτελεί τη βούληση
της υπερανθρώπινης, υπερβατικής δύναμης, που λέγεται Γλώσσα.» [Βλ. Ιωάννα
Παντελουδάκη. «Το αδιέξοδο του μεταμοντερνισμού» στο περ. Άρδην, τεύχος 38-39, Δεκέμβριος 2002.]
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Προσθέστε τα σχόλια σας: